Ας συνεχίσουμε να χαράζουμε δρόμους για την αναρχία, με αδέσμευτη  σκέψη και δράση!


Επικοινωνία

ΠΕΡΙ ΚΑΘΑΡΣΕΩΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΚΗΝΙΚΟΥ PDF Εκτύπωση E-mail
Παρασκευή, 12 Σεπτέμβριος 2008 01:37
Ευρετήριο Άρθρου
ΠΕΡΙ ΚΑΘΑΡΣΕΩΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΚΗΝΙΚΟΥ
Σελίδα 2
Όλες οι Σελίδες

 

Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών συνεχίζεται…

Έχουν περάσει τουλάχιστον 20 χρόνια από τότε που οι ανακατατάξεις στα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα συνδέθηκαν πολύ στενά με τις εξελίξεις στα ΜΜΕ. Μέχρι τότε οι λεγόμενοι παραδοσιακοί εκδότες δήλωναν πίστη σε κάποιον συγκεκριμένο πολιτικό αρχηγό και απευθύνονταν σε σταθερούς «πελάτες-αναγνώστες».

  

Η «νέα εποχή», όμως, σημαδεύτηκε από το ξεπέρασμα των όποιων λογικών περιχαράκωσης σε κομματικές εντάξεις, χωρίς βέβαια αυτό να  σημαίνει ότι ο Τύπος, γενικότερα τα ΜΜΕ αυτονομήθηκαν από το κομματικό σύστημα.

 

Έχουμε μιλήσει επανειλημμένα για την στρατηγική της συναίνεσης και για τους τρόπους που αυτή εκφράστηκε ήδη από το 1987 εκτός των άλλων και με την τριμερή συμφωνία του ΣΕΒ, των συνδικάτων και της πολιτικής ηγεσίας με όραμα πάντα την «ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό».

 

Έχουμε, επίσης, επανειλημμένα προσδιορίσει τις διαστάσεις και την συνεχιζόμενη επίδραση στις κυριαρχικές υποθέσεις της «υπόθεσης Κοσκωτά», των συγκυβερνήσεων του ’89 -’90, της παραπομπής του τότε πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου, της ανάδυση «νέων τζακιών», τις «ισορροπίες» που διαταράχθηκαν και της τελικής ρύθμισης των νέων συσχετισμών.

 

Τέλος έχουμε επίσης πολλές φορές τοποθετηθεί για την όξυνση του κοινωνικού ανταγωνισμού στην συγκεκριμένη περίοδο, την ρευστότητα όσον αφορά τις εξουσιαστικές δυνατότητες κοινωνικού ελέγχου την δεκαετία του ’90 και την συμβολή των αναρχικών απόψεων και πρακτικών στις κοινωνικές συγκρούσεις αλλά και εξεγερτικά γεγονότα που σημάδεψαν αυτήν την περίοδο.

 

Τι έχει αλλάξει λοιπόν από τότε σε σχέση με την «νέα κρίση του πολιτικού συστήματος;

Ρυθμίζονται εκ νέου απλά οι σχέσεις του κομματικού συστήματος και των ΜΜΕ, αφού, όπως ωρύονται οι διάφοροι Ψυχάρηδες, υπόκοσμος και παρακμή, απαξιώνουν τον δημόσιο βίο και καταρρακώνουν την τιμή και την υπόληψη της πολιτικής;

 

Μήπως ήρθε το «τέλος του δικομματισμού» και οι λεγόμενοι «μικροί, αλλά τίμιοι» του κοινοβουλίου, αλλά και πάντα χρήσιμοι πρέπει εκ νέου να στηρίξουν την πολιτική σταθερότητα;

Μήπως έτσι εξηγείται ο «αμείλικτος» πόλεμος συμφερόντων κομματικών, οικονομικών, εκδοτικών που εξελίσσεται ραγδαίως;

 

Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, τα «προβλήματα» συνήθως λύνονται με το συνήθη τρόπο, που διατυπώνεται με τη γνωστή ρήση και αφορά τις όποιου είδους συναλλαγές: «να μοιράσουμε την διαφορά».

 

Οι τόνοι πέφτουν την κατάλληλη στιγμή, οι συσχετισμοί επαναπροσδιορίζονται, τα ενδιαφερόμενα μέρη μένουν αμφότερα ικανοποιημένα και η «διαφάνεια», που δήθεν εξασφαλίζεται, παρέχεται σ’ όσους αποδέχονται την ιδιότητα του πολίτη ως ένα από τα χάπια εξημέρωσης της κοινωνικής οργής και δυσαρέσκειας για την κακή λειτουργία των θεσμών και των εκπροσώπων τους.

 

Όταν όμως σε μια κρίσιμη «στιγμή» κάποια συμφωνία χαλάει, όταν σε μια κρίσιμη «στιγμή» οι παράλληλες εξελίξεις επίσης καθυστερούν, το ξεκαθάρισμα λογαριασμών οξύνεται.

 

Και οι παράπλευρες απώλειες μεγαλώνουν.

Έτσι μ’ αφορμή την απόπειρα αυτοκτονίας του Ζαχόπουλου ενός κρατικού αξιωματούχου (γενικού γραμματέα στο υπουργείο Πολιτισμού), πρώην έμπιστου και φίλου του πρωθυπουργού και του περιβάλλοντος του, ύστερα από την «διαρροή» και διακίνηση βιντεοσκοπημένου οπτικοακουστικού υλικού σε «ενδιαφερόμενα» μέρη από τους έχοντες επίσης «σχετικό» ενδιαφέρον πυροδοτήθηκαν και οξύνθηκαν εξελίξεις που προφανώς ούτως ή άλλως παρέμεναν υπό διευθέτηση όσον αφορά την διαχείριση των εξουσιαστικών υποθέσεων.

 

Μερικοί νοσταλγούν το παρελθόν όσον αφορά τους τρόπους διευθέτησης: «Στο σύστημα αυτό υπήρχε μια ισορροπία τρόμου και μια ιδιότυπη ομερτά. Όταν το σύστημα ξέφευγε, υπήρχαν πάντοτε οι «Kορλεόνε» του παρασκηνίου, οι οποίοι κάθιζαν όλους τους εμπλεκόμενους σε ένα τραπέζι και τους εξηγούσαν κυνικά ότι ένας καβγάς διαρκείας θα τους τίναζε όλους στον αέρα. Η λογική είναι απλή: «είμαστε όλοι τόσο εκβιάσιμοι και ευάλωτοι που καλύτερα μην τραβήξει κανείς πιστόλι».(1)

 

«Φίλοι», λοιπόν, ανέκαθεν όσο τα φίδια, έτοιμοι να δώσουν ο ένας τον άλλον με την πρώτη ευκαιρία, μόνο που οι καινούργιοι στο σινάφι δεν έχουν ρέγουλα και έχουν εκλείψει κάποιοι βασικοί και κάποτε αποδεκτοί ρυθμιστές (Καραπαναγιώτης, Τεγόπουλος, Βλάχου, Βουδούρης, Φυντανίδης).

 

Οι «καινούργιοι», λοιπόν, προτίμησαν την «τέχνη» της «αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας» για να «εκβιάσουν» και να «εκβιαστούν», να συμμετάσχουν στο ίδιο πολιτικό νταλαβέρι των επιγόνων της αυριανίστικης σχολής της δεκαετίας του ’80, επίγονοι και συμπολεμιστές των Κακαουνάκηδων, των Τράγκηδων και των Κουρήδων, πιο έτοιμοι από ποτέ, συνεχιστές της πράγματι πιο ένδοξης παράδοσης της δημοσιογραφίας.

 

Όμως προσοχή.

Δεν πρόκειται φυσικά για καμία παραδημοσιογραφία. Ήταν και είναι αναγνωρίσιμη απ’ όλους και διαθέσιμη για τους κοινούς σκοπούς.

Οι όποιες διαφοροποιήσεις, στις οποίες αναγκαστικά προχωρούσαν οι «έγκυροι», οι «άμεμπτοι», οι «λειτουργοί» του επαγγέλματος, ήταν αναγκαίες ως προφάσεις αφ’ ενός και αφ’ ετέρου προσέδιναν μεγαλύτερο κύρος αργότερα στην ούτως ή άλλως δεδομένη συνύπαρξη και συνλειτουργία με τους «κιτρινιστές». Και οι ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως πάντα, δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

 

Η εξουσιαστική ομπρέλα, λοιπόν, τους χωρούσε και εξακολουθεί να τους χωρά όλους, τους «έμπιστους» και «εντιμότατους φίλους», εκδότες-»εκβιαστές» και «εκβιαζόμενους», ομοτράπεζους με τους πολιτικούς στο μεγάλο φαγοπότι, τις μεγάλες δουλειές.

 

Θα το ξαναπούμε. Για μιαν ακόμη φορά κάποιες ισορροπίες χάλασαν σε πολιτικό, οικονομικό επίπεδο όπως αυτά συμπλέκονται εδώ και δύο δεκαετίες με τα ΜΜΕ.

 

Κάποιοι φάνηκαν περισσότερο άπληστοι από κάποιους άλλους. Επιχειρηματίες εκδότες, νεόκοποι εκδότες-δημοσιογράφοι-επιχειρηματίες κυριολεκτικά από το πουθενά, και εδώ βρίσκεται μια από τις ομοιότητες με την περίπτωση Κοσκωτά, πήγαν να ανοιχτούν ακόμη περισσότερο, να κάνουν μια ακόμη μεγαλύτερη συμφωνία που χάλασε, για να ξεκινήσει μια άλλη που πιστώθηκε προφανώς με τα κάτι παραπάνω από 5 εκατομμύρια ευρώ που βρέθηκαν στον λογαριασμό του Αναστασιάδη.

 

Τα ονόματα και τα ιδιαίτερα συμφέροντα εναλλάσσονται σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Κοντομηνάς, Κόκκαλης, Λασκαρίδης, Αγγελόπουλοι, Μπόμπολας, Λαμπράκης, Λάτσης, Βαρδινογιάννηδες και λοιποί συγγενείς, εφοπλιστές, τραπεζίτες παλιά και νέα τζάκια δεν στήριζαν απλά και στηρίζουν τους διαχειριστές της εξουσίας «μικρούς» ή «μεγάλους», αλλά έχουν και σημαντικό και πολλές φορές καθοριστικό λόγο στις όποιες εξελίξεις.

 

Ούτε, βέβαια, αποτελεί κανενός είδους «σκάνδαλο» ότι όλα μηδενός εξαιρουμένου τα μεγαλοσυγκροτήματα των ΜΜΕ συνεχίζουν να επιχορηγούνται με τις κατάλληλες οικονομικές ενέσεις από την πλευρά του κράτους είτε βρίσκονται στα χέρια του ενός επιχειρηματία είτε του άλλου και πάντα, βέβαια, στον κατάλληλο για πολιτική αξιοποίηση χρόνο.

 

Όσο για την «σκανδαλολογία», ως εργαλείο διευθέτησης διαφορών και μάλιστα όταν οι διαχειριστές της εξουσίας δήλωναν εξ αρχής διαπρύσιοι πολέμιοι της διαφθοράς, έχει σίγουρα την ιδιαιτερότητά της και διάφορους τρόπους που συνδέονται με την ιστορία της κυριαρχίας.

 

Στην δεκαετία του 1970 το σκάνδαλο που σημάδεψε το πολιτικό σκηνικό στην Μ. Βρετανία ήταν η υπόθεση που κατέστρεψε την πολιτική σταδιοδρομία του Τζέρεμι Θορπ ηγέτη του Φιλελεύθερου κόμματος για μια δεκαετία. Ο Θορπ γιος βουλευτή του συντηρητικού κόμματος και εγγονός παλιού ηγέτη του Φιλελευθέρου κόμματος ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Οξφόρδη, εργάστηκε ως δικηγόρος για πολλά χρόνια ενώ μετά τον θάνατο της πρώτης του συζύγου παντρεύτηκε το 1973 την κόμισσα του Χέιργουντ. Το 1976 κάποιος Σκοτ πρώην εργαζόμενος σε ιπποτροφείο ισχυρίστηκε ότι είχε ομοφυλοφιλική σχέση με τον Θορπ ήδη από το 1960. Aκολουθεί η δημοσιοποίηση επιστολών του Θορπ προς τον Σκοτ, ιστορίες εκβιασμών στις οποίες συμπλέχτηκε φίλος του Θορπ και πρώην βουλευτής, ενώ ο Θορπ κατέληξε να δικαστεί ακόμα και για συνωμοσία και ηθική αυτουργία σε απόπειρα δολοφονίας κατά του Σκοτ, έστω και αν τελικά αθωώθηκε. Ο Θορπ απλά εξαφανίστηκε έκτοτε από το πολιτικό προσκήνιο.

 

Σημειωτέον ότι η ομοφυλοφιλία ήταν παράνομη στην Μ. Βρετανία στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και παρ’ όλο που ο νόμος φιλελευθεροποιήθηκε το 1967 η δημόσια αποκάλυψη μιας ομοφυλοφιλικής σχέσης εξακολουθούσε να στιγματίζει, ενώ και αυτοί ακόμα οι απλοί και ανεπιβεβαίωτοι ισχυρισμοί ή φήμες για κάποιο πολιτικό πρόσωπο, είχαν την δυνατότητα να προκαλέσουν σημαντικές φθορές στην ισχύ του.

 

Τα λεγόμενα ερωτικά σκάνδαλα υπήρξαν ένα γνώρισμα της αμερικάνικης πολιτικής σκηνής για 200 χρόνια, αλλά παρ’ όλα αυτά σε αρκετές περιπτώσεις «παράνομες» ερωτικές δραστηριότητες πολιτικών προσώπων δεν μετατράπηκαν σε «σκάνδαλα». Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχει δικαστική εντολή για μη δημοσιοποίηση μέχρι το 2014 ερωτικών επιστολών του Γουόρεν Χάρντιγκ που εκλέχτηκε πρόεδρος το 1920. Η ίδια προστατευτικότητα περιέβαλλε σε παρόμοιες περιπτώσεις τόσο τον Φραγκλίνο Ρούζβελτ όσο και τον Ντουάιτ Αιζενχάεουρ. Την δεκαετία του 1960 οι φήμες και τα κουτσομπολιά έδιναν και έπαιρναν στους κύκλους των πολιτικών ελίτ της Ουάσιγκτον όσον αφορά τον Τζων Φίτζεραλντ Κέννεντυ, αλλά παρ’ όλα αυτά τα «σκάνδαλα» που θα μπορούσαν να προκύψουν δεν ξέσπασαν ποτέ.

 

Σχεδόν τρεις δεκαετίες αργότερα ο Μπιλ Κλίντον δεν θα σταθεί τόσο «τυχερός». Οι συνθήκες ήδη σταδιακά είχαν αλλάξει τόσο σε σχέση με τις νομικές ρυθμίσεις του εκάστοτε πολιτικού σκηνικού μετά την υπόθεση του Γουότεργκεϊτ και τη νέα δικαστική αρχή του ειδικού εισαγγελέα, όσο και με την επιβολή των νέων επιτρεπτών ή μη ορίων της «έκλυτης» συμπεριφοράς των πολιτικών προσώπων και του «ηθικού ελέγχου» στον οποίο υπόκεινται κάθε φορά.

 

Τελευταία Ενημέρωση στις Κυριακή, 06 Ιούνιος 2010 22:06
 



Με την υποστήριξη του Joomla!. Valid XHTML and CSS.