Ας συνεχίσουμε να χαράζουμε δρόμους για την αναρχία, με αδέσμευτη  σκέψη και δράση!


Επικοινωνία

ΜΕΡΕΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ, ΜΕΡΕΣ ΕΛΠΙΔΑΣ... PDF Εκτύπωση E-mail
Πέμπτη, 12 Φεβρουάριος 2009 04:16
Ευρετήριο Άρθρου
ΜΕΡΕΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ, ΜΕΡΕΣ ΕΛΠΙΔΑΣ...
Σελίδα 2
Όλες οι Σελίδες

 «Ζωγράφισα τον λαό, που νικάει την εξουσία. Με τα μπλε είναι ο αστυνομικός, τα παιδιά τον ακινητοποιούν».

Αριστοκλής, μαθητής δημοτικού σχολείου, 10 ετών.

 

Οι θεωρητικές σχηματοποιήσεις, χάρτινες μπροστά σ’ ένα απρόβλεπτο χείμαρρο εξεγερμένων που πλημμυρίζουν τους δρόμους, δημιουργώντας την δική τους γιορτή. Το ίδιο γυμνές και «λίγες» οι εκ των υστέρων τόσες και τόσες κοινωνιολογικές προσεγγίσεις. Άλλες να «κατανοούν» από ανάγκη, να αναγνωρίζουν την κοινωνική εξέγερση και να προειδοποιούν για την συνέχιση και την περαιτέρω διάχυσή της. Και άλλες έντρομες από την γενικευμένη επίθεση, πρόσκαιρη θέλουν να πιστεύουν, ενάντια στον νόμο και την τάξη, να σπεύδουν να συσπειρώσουν τους νομοταγείς και τους φιλήσυχους πολίτες.

 

Οι ευρωπαίοι κυρίαρχοι ατενίζουν τους καπνούς και προσπαθούν να μετρήσουν πόσο κοντά βρίσκονται… Στα διεθνή πρακτορεία η εξέγερση στον ελλαδικό χώρο είναι πρώτη είδηση. Ανησυχούν και δεν το κρύβουν. Προσπαθούν να υπολογίσουν τη σφοδρότητα της εξέγερσης και ανησυχούν ακόμη περισσότερο.

 

Η εξέγερση του Δεκέμβρη στέλνει πρώτα απ’ όλα ένα εκκωφαντικό μήνυμα: η ανοχή έλαβε τέλος, η σιωπή το ίδιο. Ο θυμός και η οργή μπορούν να εκφραστούν, μπορούν να βρουν στόχους με αποτελεσματικότητα. Οι οργισμένοι και θυμωμένοι άνθρωποι μπορούν να συναντηθούν και να συμπράξουν, να μιλήσουν την ίδια γλώσσα, να φωνάξουν τα ίδια ή παραπλήσια συνθήματα. Αυτή η δολοφονία είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.

 

Η εξέγερση φουντώνει στο κέντρο της Αθήνας και κατεβαίνει στις γειτονιές. Το ίδιο συμβαίνει σχεδόν σε κάθε μεγάλη πόλη.

 

Όσοι ψάχνουν τις πρώτες ώρες ή μέρες το πιο πρόσφορο προς εφαρμογή κινηματικό μοντέλο από το παρελθόν, βρίσκονται απλά εκτός πραγματικότητας. Άλλοι το αντιλαμβάνονται στην συνέχεια και άλλοι όχι. Κάποιοι δεν διστάζουν να το παραδεχθούν και άλλοι είναι υποχρεωμένοι να μην το κάνουν.

 

Μπαίνει, λοιπόν, απλά ένα σημείο αναφοράς για την νέα γενιά;

Ήρθε επιτέλους για κάποιους το «τέλος» της μεταπολίτευσης; Ιδεολογικά ή πολιτικά;

 

Όσοι τρέφονται από την μυθολογία κάθε πολιτικής, αλλά και την τρέφουν, είναι αναμενόμενο να ψάχνουν ακόμα στα συντρίμμια αρκετών εξουσιαστικών βεβαιοτήτων, που αφήνει κάθε εξέγερση, για να τις ανασύρουν και πάλι άθικτες, αλώβητες και ανεπηρέαστες.

 

Άλλες φορές το πετυχαίνουν, άλλες φορές καθυστερούν πολύ να επιδείξουν τα αναμενόμενα γι’ αυτούς αποτελέσματα. Και άλλες φορές αποτυγχάνουν με παταγώδη τρόπο. Όσος χρόνος και αν περάσει. Όσο παντοδύναμη και αν προβάλλεται η εξουσία που υπηρετούν.

 

Το λάθος τους είναι διαρκώς το ίδιο.

Η υποτίμηση του ανθρώπινου παράγοντα. Ο υποβιβασμός της κοινωνικής θέλησης, όπως αυτή εκφράζεται ιστορικά, για συνεχείς αποδράσεις από το ζυγό της εξουσίας έστω με στρεβλό, πολλές φορές, τρόπο. Αλλά και της κοινωνικής θέλησης για συγκρούσεις με την εξουσία. Με πισωγυρίσματα στο συγκεκριμένο κοινωνικό χώρο, με ξεσπάσματα, με αφομοίωση και αριστερά παραμυθιάσματα, μεγάλα ή μικρά.

 

Υποτίμησαν για μιαν ακόμη φορά και κάτι ακόμα.

Την κοινωνική ελπίδα. Όχι βέβαια στους θεσμούς, τους νόμους, τους παπάδες, τους πολιτικούς και τους δικαστές, τα ΜΜΕ και τις πολυεθνικές. Αυτό το γνώριζαν όλοι τους. Χαρακτήρισαν τους νέους «χαμένη γενιά» και αντίκρισαν τους φοιτητές πριν δυο χρόνια να ξεσηκώνονται και να γοητεύονται από τα οδοφράγματα και τις καμένες τράπεζες, να πολιορκούν με χιλιάδες ακόμη «προβοκάτορες» τη Βουλή και να συγκρούονται με τα όργανα της τάξης. Πίστεψαν ότι ήταν ένα κακός, αλλά σύντομος εφιάλτης.

 

Και ήρθε η εξέγερση του Δεκέμβρη, μ’ αφορμή την δολοφονία ενός δεκαεξάχρονου μαθητή στα Εξάρχεια. Μια ακόμη κρατική δολοφονία, αφού την τελευταία δεκαετία 70 άνθρωποι έχουν πέσει νεκροί από αστυνομικά πυρά. Η φωτιά άναψε…

 

Μέρες και μέρες στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου της Αθήνας, την πυρπολημένη, σπασμένη, λεηλατημένη, σημαδεμένη από αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα και οδοφράγματα, κινιέται σχεδόν αποκλειστικά το πλήθος των εξεγερμένων, μεθυσμένων από τις φωτιές και την συναίσθηση ότι πληγώνουν συνεχώς και περισσότερο το κρατικό θηρίο. Εξεγερμένοι δίνουν το παρόν σχεδόν σ’ όλες τις πόλεις, μικρές ή μεγάλες, σ’ ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο.

 

Με την επίγνωση ότι βλέπουν απέναντι τους μια εξουσία, έτσι όπως δεν την έχουν ξαναδεί. Φοβισμένη και να το δείχνει. Ανήσυχη και σε διαρκή θέση άμυνας, με τους φύλακες του νόμου και της τάξης ταμπουρωμένους ξανά και ξανά στα αστυνομικά τμήματα, να δέχονται ασταμάτητα επιθέσεις από δεκαπεντάχρονους, που δεν γνωρίζουν τι σημαίνει φόβος, που αγνοούν τους «συσχετισμούς δυνάμεων», που είναι αποφασισμένοι να μην σταματήσουν να εκδηλώνουν την οργή τους. Αλλά παρ’ όλα αυτά να δείχνουν πως γνωρίζουν απόλυτα τι κάνουν.

 

Θρυμματισμένες, λοιπόν, τζαμαρίες πολυκαταστημάτων, πολυτελών ξενοδοχείων, καμένες τράπεζες, εμπρησμός του χριστουγεννιάτικου δένδρου στο Σύνταγμα, λεηλασία εμπορευμάτων ή καταστροφή τους, εισβολή σε υπουργεία και εμπρησμός τους, επιθέσεις στα δικαστήρια, συνελεύσεις σε εκκλησίες, καταλήψεις πανεπιστημίων, σχολείων, δημαρχείων, ραδιοφωνικών σταθμών και κρατικών κτιρίων, διακοπή θεατρικών παραστάσεων.

 

Ναι, στους δρόμους βρέθηκαν και οι κολασμένοι των πόλεων. Ναι, ήταν και η «αληταρία και τα αποβράσματα της κοινωνίας». Μόνο που δεν κατέβηκαν στους δρόμους μ’ αυτή την αφορμή, βρίσκονταν και βρίσκονται ήδη σ’ αυτούς. Τοξικομανείς, φτωχοδιάβολοι, άστεγοι και ταξινομημένοι ως ψυχικά ασθενείς, νεαροί, από κάθε συνοικία, που συνηθίζουν να τα σπάνε στα γήπεδα, ασιάτες, αφρικανοί, γεωργιανοί, αλβανοί και ρώσοι, συμμορίες και «συμμορίες»… Ας έρθουν οι καθωσπρέπει να τους μιλήσουν για λεηλασίες, ας έρθουν οι γνωστικοί και οι πολιτικώς ορθοί να μιλήσουν για ασέβεια στην ιδιοκτησία. Δεν μπορούν και το ξέρουν. Αυτοί είναι που γιόρτασαν στο πλάι δεκάδων χιλιάδων ακόμη μαθητών, φοιτητών, ανθρώπων κάθε ηλικίας, αναρχικών, που ξεσηκώθηκαν και θα το ξανακάνουν την επόμενη φορά, όποτε και αν έρθει.

 

Παραμονή Χριστουγέννων και η εξέγερση έχει προλάβει ήδη μ’ ένα μεγάλο σαρκαστικό χαμόγελο να πει την γνώμη της για τα ιερά και όσια της κατανάλωσης και μάλιστα σε γιορταστικό περιβάλλον. Καμένα λείψανα του καταναλωτισμού ήταν η ζωντανή απόδειξη του περάσματος της, αλλά ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι ούτως ή άλλως η οικονομική ανέχεια έκλεινε εκατοντάδες επιχειρήσεις και καταστήματα εδώ και χρόνια; Ποιος μπορούσε, έστω, και λίγο πριν την 6η Δεκέμβρη να μιλά για ευτυχία κοιτάζοντας τις στολισμένες βιτρίνες των καταστημάτων, ποιος μπορούσε να επικαλείται έστω και στα αστεία συνθήκες κοινωνικής ευμάρειας; Κανένας.

 

Άδικα κοπιάζουν όλοι οι κοινωνιολογίζοντες, που ψάχνουν με «ευλάβεια» και «προσήλωση» στα αίτια της εξέγερσης για να κρύψουν την ουσία. Η καταστροφικότητά της δεν ήταν αποτέλεσμα κανενός είδους απόγνωσης. Ήταν η δίκαιη και καλοζυγισμένη ανταπάντηση: βία στην βία της εξουσίας, διαρκής πολιορκία και επιθέσεις στο κοινοβούλιο, δεκάδες επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα, εισβολή σε υπουργεία, δεκάδες καμένες τράπεζες και πολυεθνικές.

 

Άλλο πράγμα όμως ήθελε να κρύψει η κρατική προπαγάνδα περί «τυφλής βίας». Την γενικευμένη κοινωνική συναίνεση σ’ αυτές τις επιθέσεις. Μια κοινωνική συναίνεση που αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη ώστε να επαναλαμβάνονται επί δύο εβδομάδες οι ταραχές. Μια κοινωνική συναίνεση που έφερε ακόμα και δημοσιογράφους στο σημείο να χαρακτηρίζουν «πολιτισμό» τις επιθέσεις σε τράπεζες και αστυνομικά τμήματα, έναντι καταστροφών σε απλά καταστήματα. Στις 19-12-2008 καταγράφεται σε γκάλοπ στην εφημερίδα Αυγή ότι περίπου 1,5 εκατ. πολίτες συμφωνούν με τις καταστροφές τραπεζών και πολλοί περισσότεροι με τις επιθέσεις στα αστυνομικά τμήματα.

 

Αναμφίβολα η κοινωνική συναίνεση στην εξέγερση του Δεκέμβρη είναι πολύ μεγαλύτερη. Και το βάρος της δεν μετριέται με ποσοστά εκλογικά ή άλλα. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η κρατική καταστολή δεν μπόρεσε να την πνίξει, γι’ αυτό και η λάσπη των κρατικών εντεταλμένων, είτε έχουν να κάνουν με το ΚΚΕ είτε με τους γνωστούς κονδυλοφόρους δεν μπόρεσε να την αγγίξει. Γι’ αυτό και η αριστερή «ανοχή» τύπου ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε ούτε θα μπορέσει να την αφομοιώσει και να την πολιτικοποιήσει μέσω ενδιάμεσων και πρόθυμων παρατρεχάμενων. Κατανοούμε πολύ καλά την «κατανόηση» του ΣΥΡΙΖΑ, την διάθεση κατήχησης και διαίρεσης των εξεγερμένων. Ματαιοπονεί. Ματαιοπονούν το ίδιο και όλοι εκείνοι που συνεχίζουν να τον χρίζουν συλλήβδην πολιτικό πάτρονα των «κουκουλοφόρων».


 

Η εξέγερση του Δεκέμβρη δεν αποφασίστηκε, ούτε σχεδιάστηκε από κανένα πολιτικό σχηματισμό, ούτε στην συνέχεια μπόρεσε να ελεγχθεί από πολιτικά συμφέροντα.

 

Ευρύτατα τμήματα των νέων αποστρέφονται σταθερά τα κόμματα, τους πολιτικούς, την κομματική ένταξη, αλλά και οποιαδήποτε διαδικασία πολιτικής εκπροσώπησης. Η νεανική αυτή αποστροφή στην πολιτική, συνάντησε την τελευταία περίοδο μια ευρύτερη κοινωνική αηδία κυριολεκτικά, για την εκκλησία και τους δικαστές, αλλά και μια ακόμη πιο έντονη κοινωνική αποστροφή για μια επίδειξη πλούτου μεγαλοσχημόνων πολιτικών, επιχειρηματιών, αλλά και δημοσιογράφων.

 

Καταλαβαίνουμε τον τρόμο όλων εκείνων που δεν σταματούν να χύνουν δηλητήριο, ψάχνοντας για πορτοκαλί επαναστάσεις, για «σκοτεινά κέντρα» που θέλουν να ρίξουν τον Καραμανλή, επειδή έκανε συμφωνίες με τον Πούτιν για τους αγωγούς φυσικού αερίου και τους Κινέζους για τα λιμάνια.

 

Καταλαβαίνουμε και την ανημπόρια πολλών ορθόδοξων ή μη μαρξιστών, μικρή διαφορά έχει, να ψάχνουν να βρουν την «πρωτοπορία» της εξέγερσης, τους τρόπους πανελλαδικής οργάνωσης, τα όργανα πάλης της και τους ταξικούς της συμμάχους. Ας τους ψάξουν όσο θέλουν. Γιατί εμείς ούτε ψάχνουμε, ούτε περιμένουμε.

 

Μπορούν να μιλούν δημοσιογράφοι για κουκούλες; Μπορούν, αλλά μόνο για το σινάφι τους και για τα μυστικά κονδύλια που εισπράττει άγνωστος αριθμός από δαύτους. Μπορούν οι εθνικιστές να «ανακαλύπτουν» ύποπτες αφίξεις αλβανών και τούρκων πριν από τα επεισόδια; Μπορούν και παραμπορούν να μιλούν για ασύμμετρες απειλές, κάτι που δεν έκαναν ούτε μετά τις φωτιές των δασών σ’ όλη την Ελλάδα.

 

Μπορεί το ΚΚΕ να μιλά για κουκούλες και να μην προλαβαίνει να εισπράττει τα συχαρίκια από Πρετεντέρηδες και ΛΑΟΣ; Μπορεί, αλλά μόνο όταν αναφέρεται στις συμφωνίες που έχει κάνει για τους όρους συγκυβέρνησης και συνδιαχείρισης των εξουσιαστικών υποθέσεων.

 

Ευχόμαστε εκ βάθους καρδίας να συνεχίσουν όλοι τους να γελοιοποιούνται με τον ίδιο τρόπο.

Για εμάς η πραγματικότητα βρίσκεται σε μια συγκρουσιακή και εξεγερτική παράδοση στο ελλαδικό χώρο που δεν έκανε διακρίσεις σε δεξιές και αριστερές κυβερνήσεις. Οι αναρχικές απόψεις και πρακτικές εδώ και περίπου τριάντα χρόνια έχουν και ρίζες και μια σταθερή συμβολή στους κοινωνικούς απελευθερωτικούς αγώνες.

 

Ναι, δεν επαναστάτησε κανενός είδους εργατικό κίνημα με αφορμή την δολοφονία του Α. Γρηγορόπουλου. Δεν είχε επαναστατήσει ούτε με τις μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό, στον ΟΤΕ, στην Ολυμπιακή και τα λιμάνια. Ούτε και τώρα ούτε και τότε τα βολεμένα συνδικάτα όρθωσαν κάπου το ανάστημά τους, αλλά πειθάρχησαν στην κομματική γραμμή του ΚΚΕ και των λοιπών αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων, ώστε να μην ανοίξει ρουθούνι.

 

Ναι, οι φυλακισμένοι μετά τα τελευταία κατασταλτικά μέτρα του υπουργείου δικαιοσύνης (άλλοι τα ονομάζουν ευεργετικά) δεν βγήκαν ούτε μια μέρα στις ταράτσες ως ένδειξη αλληλεγγύης σε μια εξέγερση που διήρκεσε πάνω από δύο εβδομάδες. Ποιος θα κατηγορήσει όμως γι’ αυτό τους εξεγερμένους του Δεκέμβρη; Η εξέγερση δεν είναι υποχρέωση, ούτε «ταξικό καθήκον», αλλά βαθιά εκδήλωση της ανθρωπινότητας. Πιστεύουμε, λοιπόν, ακράδαντα ότι τα απελευθερωτικά χαρακτηριστικά της εξέγερσης του Δεκέμβρη θα αποδειχθούν μια βαθιά ουλή για την εξουσία.

 

Άνθρωποι που διαφωνούσαν μέχρι πρότινος με βίαιες πρακτικές αυτή τη φορά συμμετείχαν με σφοδρότητα, σταθερότητα και αποφασιστικότητα στις συγκρούσεις.

 

Εξ ίσου ενδεικτική είναι και η παραμονή κόσμου, επανειλημμένα, στους δρόμους γύρω από τις εστίες σφοδρών συγκρούσεων, είτε γύρω από την Νομική, είτε γύρω από το Πολυτεχνείο, είτε στο Σύνταγμα παρά την αποπνικτική ατμόσφαιρα λόγω της συνεχούς ρίψης χημικών. Αυτή η συνεχής παρουσία ανθρώπων, κάθε ηλικίας, στους δρόμους αποτέλεσε μια διαρκή ασπίδα για τους εξεγερμένους. Αμέτρητες φορές αυτός ο κόσμος δεν δίστασε να ορμήσει για να απελευθερώσει από τα χέρια των μπάτσων εξεγερμένους, παρ’ ότι είχαν το πρόσωπό τους καλυμμένο. Επανειλημμένα κόσμος έβγαινε στα μπαλκόνια βρίζοντας τους μπάτσους, πετώντας τους γλάστρες και απαιτώντας να απομακρυνθούν από την περιοχή.

 

Είπαμε και προηγουμένως, ότι η κοινωνική εξέγερση που σάρωσε τον ελλαδικό χώρο ήταν απρόσμενη και ανεπιθύμητη από τα αριστερά κομματικά γραφεία. Την πολέμησαν και θα την πολεμήσουν το καθένα με τον τρόπο του. Είτε με την καταγγελία των «ξένων κέντρων που την καθοδηγούν» από την πλευρά του ΚΚΕ, είτε με την καταδίκη της «τυφλής βίας» από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ.

 

Η προβολή και η κατασκευή από τα ΜΜΕ μιας άλλης ειρηνικής «εξέγερσης» με πρωταγωνιστές ειρηνικούς διαδηλωτές που προσκομίζουν λουλουδάκια στους κρανοφόρους ήρθε να γεμίσει το κενό που δημιουργούσε η απουσία κοινωνικής συναίνεσης για σκληρά κατασταλτικά μέτρα και προσπάθησε να λειτουργήσει διαιρετικά για τους διαδηλωτές.

 

Φυσικά δεν θα μπορούσε να προβληθεί αυτή η πραγματικότητα από τα ΜΜΕ. Υπήρχε πιο πρόσφορη εξήγηση: η κυβέρνηση αφήνει τους αναρχικούς να καταστρέφουν για να εκμεταλλευθεί πολιτικά τον φόβο των μεσαίων στρωμάτων. Και τα σκυλιά δεμένα.

 

Το άλλο μεγάλο πρόβλημα ήταν βέβαια η απουσία αιτημάτων, εκπροσώπων και μεσολαβητών.

Πράγματι αυτή η εξέγερση δεν ήρθε για να ρίξει μια κυβέρνηση και ν’ ανοίξει τον δρόμο σε μια άλλη. Η διατύπωση αιτημάτων θα σήμαινε την διάθεση για διάλογο και εκεχειρία, για συμβιβασμούς και υποχωρήσεις. Θα σήμαινε ακόμη την αναγνώριση εκπροσώπων και μεσολαβητών. Η πλήρης απουσία τους είναι τόσο κραυγαλέα, όσο σοβαρά συνυπεύθυνη μαζί με άλλους παράγοντες για την εξάπλωση της εξέγερσης στον χρόνο και στον χώρο, την ένταση και την καταστροφικότητά της.

 

Αυτή ακριβώς η ανυπαρξία ενός διεκδικητικού πλαισίου, συντεταγμένου και ενταγμένου σε ένα οποιοδήποτε είδος πολιτικής διαμαρτυρίας σηματοδοτεί έναν έντονο αντικρατικό χαρακτήρα.

 

Στις 28-12-2008, ο δημοσιογράφος Π. Μανδραβέλης γράφει στην Καθημερινή: «Γι’ αυτό είναι αναγκαία η διατύπωση του αιτήματος. Δεν είναι ανάγκη να το διατυπώσουν οι 16ρηδες, αλλά τα κόμματα, οι κοινωνικοί φορείς, οι επιστήμονες, οι διανοούμενοι, οι σχολιαστές. Όλοι οφείλουν να το προσεγγίσουν με την μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια, ώστε η συζήτηση πέρα από διαπιστωτική να γίνει και παραγωγική».

 

Μιλήσαμε προηγουμένως για την μη υιοθέτηση από την πλευρά του κράτους «σκληρών κατασταλτικών μέτρων». Για να αποφύγουμε κάθε παρεξήγηση πρέπει να αναφερθούμε διεξοδικότερα σε ορισμένα πράγματα. Το κράτος και οι μηχανισμοί του δεν κράτησαν ούτε μια στιγμή στάση παθητικού θεατή στα εξεγερτικά δρώμενα. Η στάση τους, τόσο την επομένη όσο και την μεθεπόμενη ημέρα της δολοφονίας, είναι αποτέλεσμα «σύνεσης» παρά παθητικότητας και αδιαφορίας. Ο κόσμος ήταν εξαγριωμένος αλλά και αποφασισμένος να συγκρουστεί. Το ενδεχόμενο μαχών σώμα με σώμα, αλλά και αστυνομικών επιχειρήσεων που θα «σκούπιζαν» τους ταραξίες, το μόνο που θα εγγυόταν θα ήταν περισσότεροι νεκροί και αυτοί με την σειρά τους περαιτέρω εκτροχιασμό των ταραχών σε μη προβλέψιμες καταστάσεις… Αυτό το νόημα είχαν οι περιβόητες εντολές για αυτοσυγκράτηση στους μπάτσους. Θα το ξαναπούμε. Οι κατασταλτικές δυνάμεις είχαν απέναντί τους ανθρώπους, που δεν τις υπολόγιζαν, αφού η οργή και ο θυμός είχε παραμερίσει τον φόβο απέναντι στην υποτιθέμενη υπεροπλία τους. Επίσης στην συνέχεια, η εξάπλωση των γεγονότων με την παρεπόμενη διασπορά των αστυνομικών δυνάμεων, έκανε ακόμα πιο αδύνατη την επιβολή του νόμου και της τάξης απέναντι σε δεκάδες χιλιάδες εξεγερμένους με μια απίστευτα απρόβλεπτη δράση.

 

Οι κίνδυνοι, λοιπόν, για το κράτος να τιναχτεί εντελώς στον αέρα, μια ήδη ανεξέλεγκτη κατάσταση δεν ήταν απλά μεγάλοι, αλλά φάνταζαν πολλές φορές ως η πραγματικότητα της επόμενης στιγμής. Δεν είναι λοιπόν μεμονωμένες ούτε ακραίες διάφορες λύσεις που προτείνονται από διάφορα πολιτικά πρόσωπα ή εφημερίδες. Ο πρώην υπουργός της ΝΔ Στ. Μάνος ζητάει την επέμβαση του στρατού, που ούτως ή άλλως βρίσκεται σε επιφυλακή. Η εφημερίδα ΑΥΡΙΑΝΗ ζητά να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους …οι πολίτες και το ΚΚΕ, για να προστατέψουν το πολίτευμα και την δημόσια τάξη. Πάγκαλος και Βερελής υπερθεματίζουν υπέρ μιας μεταβατικής «λύσης» με την ανάληψη των υπουργείων δημόσιας τάξης και οικονομίας από πρόσωπα κοινής αποδοχής και τον προσδιορισμό εκλογών.

 

Οι κατασταλτικοί σχεδιασμοί παρ’ όλα αυτά έδειχναν μετά τις πρώτες ημέρες τόσο τις προτεραιότητες τους όσο και τις ιδιαίτερες προτιμήσεις τους, όπως αυτές διαγράφονται από την στοχοποίηση της κατάληψης του Πολυτεχνείου. Το κράτος δεν έκρυψε ούτε στιγμή την διάθεση του να διαχωρίσει την συγκεκριμένη κατάληψη από τις υπόλοιπες και να την αντιμετωπίσει ως την «ναυαρχίδα» των κατειλημμένων χώρων. Οι λόγοι είναι ευνόητοι. Η αποδυνάμωση της κατάληψης του Πολυτεχνείου, ενός χώρου που έχει αποτελέσει από την εξέγερση του ’73 ένα συνεχές εφαλτήριο των κοινωνικών συγκρούσεων και εξεγέρσεων θα έβαζε τις προϋποθέσεις για την συνολικότερη αποδυνάμωση των εξεγερμένων.

 

Το διαίρει και βασίλευε, λοιπόν, υπολογίζεται για μιαν ακόμη φορά ως εγγυημένη και πετυχημένη συνταγή. Λίγες ημέρες αργότερα στις 18-12-2008 σε σχετικό δημοσίευμα του Βήματος περιγράφονται οι «χαλαροί δημοσιοσχεσίτες» της Νομικής, οι «πραγματιστές εργατιστές» της ΑΣΟΕΕ, και ο «χύμα ζόφος» του Πολυτεχνείου που βρίσκεται …στην «έρημο του πραγματικού» ως οι τρεις φυλές των (αναρχικών) καταλήψεων… Ταυτόχρονα εντείνεται και η πίεση μέσω φημολογιών περί άρσης του ασύλου, και σχετικών υποστηρικτικών δημοσιευμάτων, που έχουν ξεκινήσει ήδη από τις 12 Δεκεμβρίου, όπως σχετικό δημοσίευμα της Καθημερινής του δημοσιογράφου Αγγ. Στάγκου ότι «είναι απαραίτητο σήμερα να περάσει νόμος που θα καταργεί το λεγόμενο πανεπιστημιακό άσυλο». Άξιο προσοχής την ίδια ημέρα είναι και δημοσίευμα του Ελ. Τύπου στο οποίο ο Γ. Καλαντζής, διδάσκων Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης Πανεπιστημίου Κρήτης, υποστηρίζει ότι «αν δεν διαλυθεί το δίκτυο κατειλημμένων χώρων στα ΑΕΙ, που αποτελεί βιασμό του ασύλου και απειλεί την ζωή και την ελευθερία έκφρασης, ο «ανθός της ελληνικής νεολαίας» θα συνεχίσει να κάνει γιορτές φωτιάς».

 

Οι φημολογούμενες απειλές περί άρσης του ασύλου, που μεταφέρονται είτε μέσω δημοσιογράφων είτε μέσω πανεπιστημιακών, «ενεργοποιούν» την πανεπιστημιακή κοινότητα, η οποία βρίσκει την ευκαιρία να εμφανιστεί ως εγγυήτρια δύναμη προάσπισης του ασύλου, χτίζοντας τις προϋποθέσεις δυναμικής παρουσίας σε ενδεχόμενη επανάληψη των καταλήψεων και εξεγερτικών γεγονότων τον Γενάρη.

 

Γιατί κανείς δεν πιστεύει ότι κάτι τελείωσε. Γιατί κανείς δεν πιστεύει ότι η εξέγερση έσβησε. Ας μετατρέψουμε για μιαν ακόμη φορά τους εφιάλτες τους σε πραγματικότητα και την παντοδυναμία τους σε κακόγουστο ανέκδοτο.

 

Συσπείρωση Αναρχικών

 

Δημοσιεύθηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘEΡΙΑΣ, φύλλο 79, Ιανουάριος 2009

Τελευταία Ενημέρωση στις Κυριακή, 06 Ιούνιος 2010 21:57
 



Με την υποστήριξη του Joomla!. Valid XHTML and CSS.