Ας συνεχίσουμε να χαράζουμε δρόμους για την αναρχία, με αδέσμευτη  σκέψη και δράση!


Επικοινωνία

ΜΕΡΕΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ, ΜΕΡΕΣ ΕΛΠΙΔΑΣ... PDF Εκτύπωση E-mail
Πέμπτη, 12 Φεβρουάριος 2009 04:16
Ευρετήριο Άρθρου
ΜΕΡΕΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ, ΜΕΡΕΣ ΕΛΠΙΔΑΣ...
Σελίδα 2
Όλες οι Σελίδες

 «Ζωγράφισα τον λαό, που νικάει την εξουσία. Με τα μπλε είναι ο αστυνομικός, τα παιδιά τον ακινητοποιούν».

Αριστοκλής, μαθητής δημοτικού σχολείου, 10 ετών.

 

Οι θεωρητικές σχηματοποιήσεις, χάρτινες μπροστά σ’ ένα απρόβλεπτο χείμαρρο εξεγερμένων που πλημμυρίζουν τους δρόμους, δημιουργώντας την δική τους γιορτή. Το ίδιο γυμνές και «λίγες» οι εκ των υστέρων τόσες και τόσες κοινωνιολογικές προσεγγίσεις. Άλλες να «κατανοούν» από ανάγκη, να αναγνωρίζουν την κοινωνική εξέγερση και να προειδοποιούν για την συνέχιση και την περαιτέρω διάχυσή της. Και άλλες έντρομες από την γενικευμένη επίθεση, πρόσκαιρη θέλουν να πιστεύουν, ενάντια στον νόμο και την τάξη, να σπεύδουν να συσπειρώσουν τους νομοταγείς και τους φιλήσυχους πολίτες.

 

Οι ευρωπαίοι κυρίαρχοι ατενίζουν τους καπνούς και προσπαθούν να μετρήσουν πόσο κοντά βρίσκονται… Στα διεθνή πρακτορεία η εξέγερση στον ελλαδικό χώρο είναι πρώτη είδηση. Ανησυχούν και δεν το κρύβουν. Προσπαθούν να υπολογίσουν τη σφοδρότητα της εξέγερσης και ανησυχούν ακόμη περισσότερο.

 

Η εξέγερση του Δεκέμβρη στέλνει πρώτα απ’ όλα ένα εκκωφαντικό μήνυμα: η ανοχή έλαβε τέλος, η σιωπή το ίδιο. Ο θυμός και η οργή μπορούν να εκφραστούν, μπορούν να βρουν στόχους με αποτελεσματικότητα. Οι οργισμένοι και θυμωμένοι άνθρωποι μπορούν να συναντηθούν και να συμπράξουν, να μιλήσουν την ίδια γλώσσα, να φωνάξουν τα ίδια ή παραπλήσια συνθήματα. Αυτή η δολοφονία είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.

 

Η εξέγερση φουντώνει στο κέντρο της Αθήνας και κατεβαίνει στις γειτονιές. Το ίδιο συμβαίνει σχεδόν σε κάθε μεγάλη πόλη.

 

Όσοι ψάχνουν τις πρώτες ώρες ή μέρες το πιο πρόσφορο προς εφαρμογή κινηματικό μοντέλο από το παρελθόν, βρίσκονται απλά εκτός πραγματικότητας. Άλλοι το αντιλαμβάνονται στην συνέχεια και άλλοι όχι. Κάποιοι δεν διστάζουν να το παραδεχθούν και άλλοι είναι υποχρεωμένοι να μην το κάνουν.

 

Μπαίνει, λοιπόν, απλά ένα σημείο αναφοράς για την νέα γενιά;

Ήρθε επιτέλους για κάποιους το «τέλος» της μεταπολίτευσης; Ιδεολογικά ή πολιτικά;

 

Όσοι τρέφονται από την μυθολογία κάθε πολιτικής, αλλά και την τρέφουν, είναι αναμενόμενο να ψάχνουν ακόμα στα συντρίμμια αρκετών εξουσιαστικών βεβαιοτήτων, που αφήνει κάθε εξέγερση, για να τις ανασύρουν και πάλι άθικτες, αλώβητες και ανεπηρέαστες.

 

Άλλες φορές το πετυχαίνουν, άλλες φορές καθυστερούν πολύ να επιδείξουν τα αναμενόμενα γι’ αυτούς αποτελέσματα. Και άλλες φορές αποτυγχάνουν με παταγώδη τρόπο. Όσος χρόνος και αν περάσει. Όσο παντοδύναμη και αν προβάλλεται η εξουσία που υπηρετούν.

 

Το λάθος τους είναι διαρκώς το ίδιο.

Η υποτίμηση του ανθρώπινου παράγοντα. Ο υποβιβασμός της κοινωνικής θέλησης, όπως αυτή εκφράζεται ιστορικά, για συνεχείς αποδράσεις από το ζυγό της εξουσίας έστω με στρεβλό, πολλές φορές, τρόπο. Αλλά και της κοινωνικής θέλησης για συγκρούσεις με την εξουσία. Με πισωγυρίσματα στο συγκεκριμένο κοινωνικό χώρο, με ξεσπάσματα, με αφομοίωση και αριστερά παραμυθιάσματα, μεγάλα ή μικρά.

 

Υποτίμησαν για μιαν ακόμη φορά και κάτι ακόμα.

Την κοινωνική ελπίδα. Όχι βέβαια στους θεσμούς, τους νόμους, τους παπάδες, τους πολιτικούς και τους δικαστές, τα ΜΜΕ και τις πολυεθνικές. Αυτό το γνώριζαν όλοι τους. Χαρακτήρισαν τους νέους «χαμένη γενιά» και αντίκρισαν τους φοιτητές πριν δυο χρόνια να ξεσηκώνονται και να γοητεύονται από τα οδοφράγματα και τις καμένες τράπεζες, να πολιορκούν με χιλιάδες ακόμη «προβοκάτορες» τη Βουλή και να συγκρούονται με τα όργανα της τάξης. Πίστεψαν ότι ήταν ένα κακός, αλλά σύντομος εφιάλτης.

 

Και ήρθε η εξέγερση του Δεκέμβρη, μ’ αφορμή την δολοφονία ενός δεκαεξάχρονου μαθητή στα Εξάρχεια. Μια ακόμη κρατική δολοφονία, αφού την τελευταία δεκαετία 70 άνθρωποι έχουν πέσει νεκροί από αστυνομικά πυρά. Η φωτιά άναψε…

 

Μέρες και μέρες στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου της Αθήνας, την πυρπολημένη, σπασμένη, λεηλατημένη, σημαδεμένη από αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα και οδοφράγματα, κινιέται σχεδόν αποκλειστικά το πλήθος των εξεγερμένων, μεθυσμένων από τις φωτιές και την συναίσθηση ότι πληγώνουν συνεχώς και περισσότερο το κρατικό θηρίο. Εξεγερμένοι δίνουν το παρόν σχεδόν σ’ όλες τις πόλεις, μικρές ή μεγάλες, σ’ ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο.

 

Με την επίγνωση ότι βλέπουν απέναντι τους μια εξουσία, έτσι όπως δεν την έχουν ξαναδεί. Φοβισμένη και να το δείχνει. Ανήσυχη και σε διαρκή θέση άμυνας, με τους φύλακες του νόμου και της τάξης ταμπουρωμένους ξανά και ξανά στα αστυνομικά τμήματα, να δέχονται ασταμάτητα επιθέσεις από δεκαπεντάχρονους, που δεν γνωρίζουν τι σημαίνει φόβος, που αγνοούν τους «συσχετισμούς δυνάμεων», που είναι αποφασισμένοι να μην σταματήσουν να εκδηλώνουν την οργή τους. Αλλά παρ’ όλα αυτά να δείχνουν πως γνωρίζουν απόλυτα τι κάνουν.

 

Θρυμματισμένες, λοιπόν, τζαμαρίες πολυκαταστημάτων, πολυτελών ξενοδοχείων, καμένες τράπεζες, εμπρησμός του χριστουγεννιάτικου δένδρου στο Σύνταγμα, λεηλασία εμπορευμάτων ή καταστροφή τους, εισβολή σε υπουργεία και εμπρησμός τους, επιθέσεις στα δικαστήρια, συνελεύσεις σε εκκλησίες, καταλήψεις πανεπιστημίων, σχολείων, δημαρχείων, ραδιοφωνικών σταθμών και κρατικών κτιρίων, διακοπή θεατρικών παραστάσεων.

 

Ναι, στους δρόμους βρέθηκαν και οι κολασμένοι των πόλεων. Ναι, ήταν και η «αληταρία και τα αποβράσματα της κοινωνίας». Μόνο που δεν κατέβηκαν στους δρόμους μ’ αυτή την αφορμή, βρίσκονταν και βρίσκονται ήδη σ’ αυτούς. Τοξικομανείς, φτωχοδιάβολοι, άστεγοι και ταξινομημένοι ως ψυχικά ασθενείς, νεαροί, από κάθε συνοικία, που συνηθίζουν να τα σπάνε στα γήπεδα, ασιάτες, αφρικανοί, γεωργιανοί, αλβανοί και ρώσοι, συμμορίες και «συμμορίες»… Ας έρθουν οι καθωσπρέπει να τους μιλήσουν για λεηλασίες, ας έρθουν οι γνωστικοί και οι πολιτικώς ορθοί να μιλήσουν για ασέβεια στην ιδιοκτησία. Δεν μπορούν και το ξέρουν. Αυτοί είναι που γιόρτασαν στο πλάι δεκάδων χιλιάδων ακόμη μαθητών, φοιτητών, ανθρώπων κάθε ηλικίας, αναρχικών, που ξεσηκώθηκαν και θα το ξανακάνουν την επόμενη φορά, όποτε και αν έρθει.

 

Παραμονή Χριστουγέννων και η εξέγερση έχει προλάβει ήδη μ’ ένα μεγάλο σαρκαστικό χαμόγελο να πει την γνώμη της για τα ιερά και όσια της κατανάλωσης και μάλιστα σε γιορταστικό περιβάλλον. Καμένα λείψανα του καταναλωτισμού ήταν η ζωντανή απόδειξη του περάσματος της, αλλά ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι ούτως ή άλλως η οικονομική ανέχεια έκλεινε εκατοντάδες επιχειρήσεις και καταστήματα εδώ και χρόνια; Ποιος μπορούσε, έστω, και λίγο πριν την 6η Δεκέμβρη να μιλά για ευτυχία κοιτάζοντας τις στολισμένες βιτρίνες των καταστημάτων, ποιος μπορούσε να επικαλείται έστω και στα αστεία συνθήκες κοινωνικής ευμάρειας; Κανένας.

 

Άδικα κοπιάζουν όλοι οι κοινωνιολογίζοντες, που ψάχνουν με «ευλάβεια» και «προσήλωση» στα αίτια της εξέγερσης για να κρύψουν την ουσία. Η καταστροφικότητά της δεν ήταν αποτέλεσμα κανενός είδους απόγνωσης. Ήταν η δίκαιη και καλοζυγισμένη ανταπάντηση: βία στην βία της εξουσίας, διαρκής πολιορκία και επιθέσεις στο κοινοβούλιο, δεκάδες επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα, εισβολή σε υπουργεία, δεκάδες καμένες τράπεζες και πολυεθνικές.

 

Άλλο πράγμα όμως ήθελε να κρύψει η κρατική προπαγάνδα περί «τυφλής βίας». Την γενικευμένη κοινωνική συναίνεση σ’ αυτές τις επιθέσεις. Μια κοινωνική συναίνεση που αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη ώστε να επαναλαμβάνονται επί δύο εβδομάδες οι ταραχές. Μια κοινωνική συναίνεση που έφερε ακόμα και δημοσιογράφους στο σημείο να χαρακτηρίζουν «πολιτισμό» τις επιθέσεις σε τράπεζες και αστυνομικά τμήματα, έναντι καταστροφών σε απλά καταστήματα. Στις 19-12-2008 καταγράφεται σε γκάλοπ στην εφημερίδα Αυγή ότι περίπου 1,5 εκατ. πολίτες συμφωνούν με τις καταστροφές τραπεζών και πολλοί περισσότεροι με τις επιθέσεις στα αστυνομικά τμήματα.

 

Αναμφίβολα η κοινωνική συναίνεση στην εξέγερση του Δεκέμβρη είναι πολύ μεγαλύτερη. Και το βάρος της δεν μετριέται με ποσοστά εκλογικά ή άλλα. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η κρατική καταστολή δεν μπόρεσε να την πνίξει, γι’ αυτό και η λάσπη των κρατικών εντεταλμένων, είτε έχουν να κάνουν με το ΚΚΕ είτε με τους γνωστούς κονδυλοφόρους δεν μπόρεσε να την αγγίξει. Γι’ αυτό και η αριστερή «ανοχή» τύπου ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε ούτε θα μπορέσει να την αφομοιώσει και να την πολιτικοποιήσει μέσω ενδιάμεσων και πρόθυμων παρατρεχάμενων. Κατανοούμε πολύ καλά την «κατανόηση» του ΣΥΡΙΖΑ, την διάθεση κατήχησης και διαίρεσης των εξεγερμένων. Ματαιοπονεί. Ματαιοπονούν το ίδιο και όλοι εκείνοι που συνεχίζουν να τον χρίζουν συλλήβδην πολιτικό πάτρονα των «κουκουλοφόρων».



Τελευταία Ενημέρωση στις Κυριακή, 06 Ιούνιος 2010 21:57
 



Με την υποστήριξη του Joomla!. Valid XHTML and CSS.