Ας συνεχίσουμε να χαράζουμε δρόμους για την αναρχία, με αδέσμευτη  σκέψη και δράση!


Επικοινωνία

ΑΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΠΩΣ ΠΑΡΑΠΛΑΝΟΥΝ PDF Εκτύπωση E-mail
Τρίτη, 24 Φεβρουάριος 2009 01:31
Ευρετήριο Άρθρου
ΑΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΠΩΣ ΠΑΡΑΠΛΑΝΟΥΝ
Σελίδα 2
Όλες οι Σελίδες

  

  

(Σχετικά με την προκήρυξη του Επαναστατικού Αγώνα)

 

«Να μην κάνεις πολιτική, να μην προσπαθείς να κερδίσεις φιλίες κολακεύοντας, να μην αποσιωπάς γεγονότα, να μοιράζεις και να μοιράζεσαι την αλήθεια κι όλα αυτά να σε φέρνουν πολλές φορές αντιμέτωπο με τις «σεβαστές πλειοψηφίες», σημαίνει πως προσπαθείς συνειδητά να βοηθήσεις τους ανθρώπους να ελευθερωθούν».

  

 

Είναι δυνατόν, πολλοί να αποδοκιμάζουν ένα γεγονός κι εννοείται πως ο καθένας έχει λόγους όταν το κάνει. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, το πρώτο που χρειάζεται να γίνει διακριτό είναι κατά πόσο μια τέτοια στάση είναι ιδιοτελής, αποσκοπώντας σε οικονομικά ή εξουσιαστικά οφέλη. Και τα οφέλη είναι δυνατόν να πηγαίνουν είτε άμεσα προς αυτόν που παίρνει τη συγκεκριμένη θέση, είτε να εξυπηρετούν συντεταγμένες εξουσιαστικές καταστάσεις.

  

Εκείνο, πάντως, που απαιτείται είναι, οι τοποθετήσεις απέναντι στο γεγονός, να είναι ξεκάθαρες (και καταγεγραμμένες. Επειδή, «τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν, η μεν χείρ η γράψασα σήψεται τάφω, γραφή δε μένει εις χρόνους πληρεστάτους»), ακόμα κι αν αυτό μπορεί να θεωρηθεί ή να κατηγορηθεί ως κουραστικό ή και περιττό. Ο λόγος είναι συγκεκριμένος: η αοριστία, η αφαίρεση από την πραγματικότητα, η γενίκευση, καθώς και η σιωπή ευνοούν όσους, ψαρεύοντας σε θολά νερά, μπορούν να φέρουν στο προσκήνιο, «από την πίσω πόρτα», αυτό που υποτίθεται πως αντιμάχονται ή κριτικάρουν.


Ερχόμαστε τώρα στο ζητούμενο μιας τοποθέτησης και στο πως αυτή εκφράζεται.

Καθοριστική προϋπόθεση είναι η συνεπής και συνεκτική σχέση της θεώρησης με τον λόγο, που υλοποιείται με συγκεκριμένες κάθε φορά πράξεις. Και μην ακουστούν πάλι αυτές οι δήθεν απορίες του είδους «Μα υπάρχει αναρχική θεωρία;» γιατί έχουμε ξεκαθαρίσει, από πολύ παλιά, πως η αναρχική θεώρηση δεν έχει σχέση με την θεωρία.

  

Πάμε παρακάτω.

Είναι ξεκάθαρο για μας πως η πολύμορφη κοινωνική δράση, είναι συστατικό της συνολικότερης απελευθερωτικής προσπάθειας και επ’ ουδενί ιεραρχείται, με την έννοια πως μια δράση ή ένα μέσο αγώνα δεν είναι δυνατόν να θεωρείται καλύτερο, αποτελεσματικότερο ή ανώτερο από κάποιο άλλο ώστε να αποχωρίζεται και να ορίζεται ως η Λυδία λίθος για τα προβλήματα των ανθρώπων που αγωνίζονται.

  

Πολύμορφη, λοιπόν, δράση αλλά και κοινωνική. Πολύ δε περισσότερο, απελευθερωτική.

Όταν όμως εμείς ως αναρχικοί μιλάμε για απελευθέρωση δεν έχουμε στο μυαλό μας κανενός είδους κομμουνιστικό μοντέλο «απελευθέρωσης» των ανθρώπων. Άλλωστε, τόσο το μαρξιστικό κομμουνιστικό μοντέλο, όσο και οι διάφορες προσμίξεις και παραλλαγές του που έχουν σαν συνθετικό την λέξη «αναρχο», εμπεριέχουν την εξουσία.

  

Στην προκειμένη μάλιστα περίπτωση, αυτό που ισχύει, είναι μέσα από σύνθετους όρους, να αλλοιώνεται, συνειδητά ή ασυνείδητα, η αναρχική προοπτική, η απόλυτη αντίθεση σε κάθε είδους εκμετάλλευση και μορφή εξουσίας. Αυτή η αλλοίωση είναι αναπόφευκτη, αφού είναι επόμενο, η κάθε ονοματοδοσία να γίνεται για συγκεκριμένους λόγους και συνεπώς δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο το περιεχόμενο και τους σκοπούς.

  

Η αναρχία, όμως, δεν χρειάζεται προσμίξεις για να προσδιοριστεί. Παρ’ όλα αυτά, πολλές είναι οι περιπτώσεις κατά τις οποίες διάφορες στάσεις, συμπεριφορές, πολιτικές και ιδεολογικές διατυπώσεις αποδίδονται αυθαίρετα, καλόβουλα ή κακόβουλα, στην αναρχία.

Κυρίως πρόκειται για εξουσιαστικές απόψεις που εμφανίζονται με τον απελευθερωτικό μανδύα. Κύρια πηγή τους είναι η αριστερή, μαρξιστική - κομμουνιστική - Λενινιστική θεωρία, η οποία, έχοντας κατασκευάσει την ψευδή συνείδηση πως αποτελεί κομμάτι (και μάλιστα πρωτοπόρο) της συνολικής απελευθερωτικής προσπάθειας ανθρώπων και κοινωνιών, συνεχίζει τη διαδικασία διάβρωσης των ουσιαστικών διεργασιών προς την κατεύθυνση της απελευθέρωσης μέσω της καταστροφής του κράτους.

 

Εδώ βρίσκεται λοιπόν η ουσία του ζητήματος.

Αφορά εκείνες τις απόψεις και πράξεις που ενώ τοποθετούνται δομικά ή «ιδεολογικά» ενάντια στις εξουσιαστικές ιδεολογίες και πρακτικές, στην ουσία τις αναπαράγουν. Είναι πολύ εύκολο να αντιταχθεί κάποιος στο ΚΚΕ, όντας διάτρητο και με βεβαρημένο παρελθόν. Το ίδιο εύκολο είναι να πολεμηθεί μια «ελευθεριακή» ή «αντιεξουσιαστική» ομάδα όταν έχει ήδη δείξει πως ακολουθεί ένα δρόμο που κινείται μέσα σε πλαίσια που δεν ενοχλούν ιδιαίτερα το κράτος. Όταν μάλιστα πρόκειται για κριτική ή πολεμική απέναντι σε ειρηνιστικές απόψεις και πρακτικές τότε, όπως λέει και μια λαϊκή παροιμία, είναι σαν να κλέβεις αφύλακτη εκκλησία.

 

Τι γίνεται όμως, όταν μέσα από αυτές τις πολεμικές και κριτικές, εκείνο που υπάρχει καλά κρυμμένο είναι μια θεωρία πολύ πιο εξουσιαστική;

Για να το πούμε πιο ξεκάθαρα. Το να πολεμιέται (π.χ.) το ΚΚΕ δεν σημαίνει πως πρέπει να δίνεται συγχωροχάρτι στις αριστερές, κομμουνιστικές και λοιπές λενινιστικές και σταλινικές θεωρίες (άλλωστε το ΚΚΕ, στην πράξη πλέον, ακολουθεί εδώ και καιρό το δρόμου του «αποστάτη Κάουτσκι»), οι οποίες στη συνέχεια θα υιοθετηθούν και θα πλασαριστούν σαν απελευθερωτικές μέσα από ένα ελευθεριακό, αντιεξουσιαστικό ή επαναστατικό επίχρισμα.

 

Γι’ αυτό το λόγο επιμείναμε και θα συνεχίσουμε να τονίζουμε, πως ο αγώνας ενάντια στην ΚΑΘΕ εξουσία και τις ιδεολογικές της προεκτάσεις δεν είναι απλά δομικός. Δεν στρέφεται μόνο ενάντια στο μηχανισμό, αλλά και σε εκείνες τις απόψεις και πρακτικές, που διαχέονται από το κράτος και τους ιδεολογικοπολιτικούς του εκφραστές στον κοινωνικό χώρο και πολλές φορές υιοθετούνται από τους ανθρώπους.

 

Όμως, το να αγωνίζεται κάποιος για την κοινωνική απελευθέρωση και την αναρχία δεν σημαίνει πως θα το πετύχει υιοθετώντας απόψεις και πρακτικές που αναπαράγουν και καθιερώνουν την εξουσία. Σ’ αυτήν την περίπτωση, αποτελεί μέρος του προβλήματος που λέγεται εξουσία και η πρακτική του δεν μπορεί να ενταχτεί στην απελευθερωτική διεργασία, αλλά γίνεται συστατικό του ενδοεξουσιαστικού πολέμου, αυτής της άγριας διαμάχης που υπάρχει ανάμεσα στις διάφορες μερίδες της κυριαρχίας για την επικράτηση της μιας επί της άλλης ή για την καθιέρωση βραχυχρόνιων περιόδων ισορροπίας και συμμαχιών.

 

Ως αναρχικοί, έχουμε ξεκάθαρη την προοπτική της αναρχίας. Συνεπώς, η απελευθέρωση των ανθρώπων και της κοινωνίας θα πραγματοποιηθεί με τη δημιουργία αναρχικών σχέσεων ανάμεσα σε άτομα και ομάδες. Η αναρχική επανάσταση είναι κοινωνική και ως τέτοια αρνείται τις υπάρχουσες επιβεβλημένες δομήσεις στον κοινωνικό χώρο. Είναι κοινωνική γιατί συνδέεται με εκείνα τα κομμάτια της κοινωνίας, που δρώντας ανταγωνιστικά προς την εξουσία και την εκμετάλλευση, συνθέτουν προς την καταστροφή όσων έχουν κατασκευαστεί προκειμένου να διατηρούνται οι συνθήκες υποδούλωσης των ανθρώπων.

Η αναρχική επανάσταση αρνείται τις υπάρχουσες κοινωνικές δομήσεις και συνεπώς την ύπαρξη οποιασδήποτε μορφής εξουσιαζόμενης κοινωνίας. Επομένως, δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιεί τεχνικές και μέσα που θα επαναφέρουν το καθεστώς που υπήρχε πριν από αυτήν, έστω και με διαφοροποιήσεις.

 

Το έχουμε ξαναπεί. Το να τοποθετείται κάποιος ξεκάθαρα και ανταγωνιστικά απέναντι στα καθιερωμένα, στην κανονικότητα ενός ακτιβισμού που δεν κάνει σαφείς τους προσανατολισμούς του, τον κάνει ευάλωτο. Όχι πως αυτού του είδους οι τοποθετήσεις είναι λάθος να γίνονται. Κάθε άλλο. Απλά, συμβαίνει να επιστρατεύονται αμέσως όλες οι πλάγιες τεχνικές υπονόμευσης. Αυτές συγκεντρώνονται όπως η γλίτσα πάνω σε διάφορα υλικά αντικείμενα. Τα σκεπάζουν, τους αλλάζουν το σχήμα και προσπαθούν να φτιάξουν μια εικόνα αποσύνθεσης για ό,τι περιβάλλουν ή προσπαθούν να καλύψουν. Κι όμως. Μια επιμελημένη φροντίδα και ένα συστηματικό καθάρισμα ξαναφέρνει στο φώς την πραγματικότητα.

 

Αυτό δεν μπορούμε να το παραμελούμε. Γιατί τότε κάνουμε μεγάλη ζημιά σ’ αυτά που ισχυριζόμαστε και τα οποία παλεύουμε να φτιάξουμε μαζί με όλους τους ανθρώπους, που προσβλέπουν σε ένα κόσμο λεύτερο, δημιουργικό, αναρχικό.

Ας έρθουμε τώρα σε κάποια ζητήματα, που βρέθηκαν στην «επικαιρότητα» το τελευταίο διάστημα.

 

 

Σύγχυση που προκαλεί

 

Κλείνοντας τα προηγούμενο φύλλο της ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (No 79) τοποθετηθήκαμε εν συντομία σε σχέση με το περιστατικό των πυροβολισμών εναντίον των μπάτσων των ΜΑΤ που βρίσκονταν στην πίσω πλευρά του υπουργείου Πολιτισμού, στην περιοχή των Εξαρχείων. Γράψαμε:

 

«Καθώς έκλεινε η ύλη της εφημερίδας πραγματοποιήθηκε η ένοπλη επίθεση σε τρεις άνδρες των ΜΑΤ που περιπολούσαν έξω από το Υπουργείο Πολιτισμού στα Εξάρχεια με αποτέλεσμα τον βαρύ τραυματισμό του ενός, ενώ ημέρες πριν έχει προηγηθεί επίσης ένοπλη επίθεση μέσα από το χώρο της Πολυτεχνειούπολης σε κλούβα των ΜΑΤ.

Οι ενέργειες αυτές όχι μόνο φαίνεται πως ΑΔΥΝΑΤΟΥΝ ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΝ τις διεργασίες της κοινωνικής εξέγερσης του Δεκέμβρη, αλλά αντίθετα, φαίνεται να δείχνουν βαθιά δυσαρέσκεια και περιφρόνηση απέναντί της. Δεσμευόμαστε όμως να επιστρέψουμε στο ζήτημα μόλις μας δοθεί η ευκαιρία».

 

Θεωρούσαμε πως αυτή η σύντομη τοποθέτησή μας θα αρκούσε και πως δεν θα χρειαζόταν να επανέλθουμε σύντομα.

Όμως, «άλλαι αι βουλαί…».


Ακολούθησε η δημοσίευση μιας προκήρυξης που αποδίδεται στον «Επαναστατικό Αγώνα», με την οποία αναλαμβάνεται η ευθύνη, για την προαναφερθείσα ενέργεια, για τους πυροβολισμούς εναντίον κλούβας των ΜΑΤ μέσα από την Πολυτεχνειούπολη στις 23 Δεκεμβρίου 2008, καθώς και για την αποτυχημένη βομβιστική επίθεση κατά της SHELL στο Π. Φάληρο στις 24 του περασμένου Οκτώβρη.

Η προκήρυξη αυτή είναι γεγονός πως επίσης προκάλεσε γενικότερα δυσφορία και προβληματισμό.

Η τυπική ανάληψη ευθύνης, ήρθε να επιβεβαιώσει τα όσα εν συντομία είχαμε γράψει. Θα μπορούσε μάλιστα να θεωρηθεί αρκετή αυτή η επιβεβαίωση χωρίς να προχωρήσουμε σε καμία περαιτέρω τοποθέτηση.

 

α) ΑΝ δεν υπήρχε αυθάδης επέμβαση στα κοινωνικά δρώμενα. Μια επέμβαση με την οποία επιχειρείται να εξομοιωθούν εξουσιαστικές απόψεις με ελευθεριακές, αντιεξουσιαστικές και αναρχικές. Παράλληλα υπάρχει ο εκθειασμός του οπλισμένου τσαμπουκά, ο οποίος θέλει να ταυτιστεί με την αναρχία,

β) ΑΝ δεν προσπαθούσε να συνδέσει με την αναρχία, με διάφορους τρόπους και εκ του πονηρού, γεγονότα προβληματικά και

γ) ΑΝ δεν εμφανίζονταν, ως προερχόμενες από αναρχικούς, κάποιες κινήσεις υπό την μορφήν συνθημάτων ή ενεργειών, που προσπαθούσαν να δώσουν το στίγμα της ταύτισης των αναρχικών με τον Ε.Α., όπως για παράδειγμα σύνθημα στον τοίχο του Πολυτεχνείου επί της οδού Στουρνάρα που έγραφε: «Νίκη στα όπλα του Ε.Α.» και υπογραφή με Α σε κύκλο.

 

Ο καθένας, λοιπόν, παίρνει θέσεις σε σχέση μ’ αυτά που τον αφορούν και για τα οποία σύντροφοι και συντρόφισσες έχουν αφιερώσει τη ζωή τους. Έχουμε ξεκαθαρίσει πως από τη μεριά μας δεν είμαστε διατεθειμένοι μέσα από τη σιωπή να δώσουμε χώρο σε ψευδαισθήσεις και ταυτίσεις.

Για μας, ο αγώνας για την αναρχία δεν μπορεί να αποδεχθεί αποσιωπήσεις, οι οποίες τελικά γίνονται όπλα εναντίον του.

 

Θα υπάρξουν πολλοί που θα αντιτάξουν πως δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να γίνονται τοποθετήσεις και κριτικές, γιατί πρέπει να έχουμε στραμμένη την προσοχή μας στον κοινό εχθρό.

Εμείς λέμε: Το κράτος ήταν πάντοτε παρών και η επιθετικότητα του, άλλοτε με ένταση και άλλοτε όχι, υπήρχε ανέκαθεν. Το ξεκαθάρισμα απόψεων, θεωρήσεων, στάσεων και πρακτικών, ποτέ δεν έβλαψε όσους αγωνίζονται για την ελευθερία. Αντίθετα, δυνάμωσε τον οπλισμό των καταπιεσμένων στον αγώνα τους ενάντια στο κράτος και σε κάθε μορφής εξουσία.

 

Σε ζητήματα που αφορούν την κοινωνική απελευθέρωση, ιδωμένη από την αναρχική σκοπιά, δεν χωρούν καθυστερήσεις και αδιαφορία. Το «επιχείρημα» του είδους: «δεν είναι η κατάλληλη στιγμή» είναι μια παλιά πολιτική τεχνική την οποία, ως αναρχικοί, δεν δεχόμαστε.

Κανείς δεν μπορεί να βεβαιώσει πως τέτοιου είδους αποσιωπήσεις έχουν ωφελήσει. Το αντίθετο.

Αλήθεια, πόσο και ποιον ωφέλησε η ανοχή στα όσα διαδραματίστηκαν κατά τη διάρκεια των δικών για την Ε.Ο. 17 Ν;

Προφανώς η πλευρά της εξουσιαστικής και «αντιεξουσιαστικής» αριστεράς θεώρησε τη στάση σιωπής, που τηρήθηκε, ως ανοχή «των χρήσιμων ηλιθίων».



Πάμε παρακάτω.

Όταν κάποιος (ή κάποιοι) με τις πράξεις του επιδεικνύει πλήρη αδιαφορία για την κοινωνική εξεγερτική διεργασία, είναι αναμενόμενο πως και όσα θα θελήσει να παρουσιάσει, μέσα από μια επιτηδευμένη λαϊκίστικη σκοπιά προκειμένου να αποδείξει το αντίθετο, θα αποβούν τόσο χοντροκομμένα που θα αρχίσει κανείς να αναρωτιέται αν πίσω απ’ όλα αυτά δεν υπάρχει η πρόθεση της πλήρους αποσύνθεσης των απελευθερωτικών διεργασιών, θεωρήσεων, απόψεων και πρακτικών.

 

Μια και αναφερθήκαμε παραπάνω σ’ αυτό που συνήθως περιγράφεται ως τσαμπουκάς, καλό θα είναι να διευκρινίσουμε πως οι κοινωνικές συγκρούσεις δεν έχουν καμία σχέση με ενέργειες που περιγράφονται ως κινηματογραφικές καουμπόϊκες μονομαχίες τύπου Ελ Πάσο.

Μια εξ ίσου σημαντική παρατήρηση είναι πως δεν νοείται ως διαχωρισμένος και εξειδικευμένος ο αγώνας για την κοινωνική απελευθέρωση, πολύ δε περισσότερο όταν στρέφεται ενάντια σ’ ένα κομμάτι του κρατικού μηχανισμού.

Μ’ αυτή την έννοια ο «αντιμπατσικός» αγώνας δεν είναι και αντικρατικός, αφού πολλά είναι τα κοινωνικά κομμάτια που έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τους μπάτσους για ποικίλους, ανάλογα με την περίσταση, λόγους. Συνεπώς ο αντικρατικός αγώνας, ως συνολικός, περιλαμβάνει και τους μπάτσους. Στην πορεία λοιπόν του αντικρατικού αγώνα οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι και με τους μπάτσους που απαρτίζουν έναν από τους μηχανισμούς άσκησης της κρατικής βίας, με σκοπό την καταστολή και τότε συγκρούονται μαζί τους αναγκαστικά.

 

Ας περάσουμε τώρα στο κείμενο της «ανάληψης ευθύνης».

Το κείμενο διακατέχεται από, μάλλον, μια σκόπιμη παρά από αθέλητη θολούρα, ώστε να αποτρέπει μια έρευνα, σε βάθος, των προθέσεών του. «Που να ψάχνεις να βρεις άκρη», θα είπαν οι περισσότεροι που το διάβασαν. Μένουν, όμως, ορισμένες χτυπητές διατυπώσεις που προκαλούν και προσκαλούν, κρύβοντας το ουσιαστικό περιεχόμενο. Αν αυτό δεν είναι μια τεχνική εξαπάτησης, τότε τι είναι;

 

Και αν οι διαστρεβλώσεις (άλλο το να λέει κάποιος «Ναι, διότι οι έφηβοι, όπως γνωρίζεις σπάνε τζαμαρίες γενικώς, είτε είναι αναρχικοί είτε δεν είναι... Όλοι αυτοί που τα σπάνε, λοιπόν, δεν είναι ακριβώς αναρχικοί» και να μεταφράζεται «όποιος σπάει και καίει σε διαδηλώσεις και πορείες δεν είναι αναρχικός») και οι αποσιωπήσεις γεγονότων (ρίχτηκε τελικά χειροβομβίδα ή όχι;) δεν είναι η υπέρτατη υλοποίηση του πολιτικού ψέματος, τότε τι είναι; Είναι τουλάχιστον μια ενσυνείδητη προσπάθεια να φιμωθούν ενοχλητικές απόψεις. Όμως, «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον».

 

Ερχόμαστε σ’ ένα σημαντικό σημείο.

Κι αυτό είναι το κατά πόσο κάποιος συμμετέχει λειτουργικά στις κοινωνικές διεργασίες ή απλώς τις παρακολουθεί και τις ερμηνεύει κατά πως βολεύουν τους σχεδιασμούς του, πράττοντας έξω και πολλές φορές ενάντια σ’ αυτές.

Το να μην κατανοούνται αυτές οι διεργασίες είναι εξηγήσιμο. Το να αγνοούνται επιδεικτικά είναι επικίνδυνο. Πραγματοποιείται, λοιπόν, ένα «άλμα», όπου όλα θα γίνουν από μια δράκα «αποφασισμένων» ή απογοητευμένων από το γεγονός πως οι διεργασίες του κοινωνικού ανταγωνισμού δεν ακολουθούν τους ρυθμούς που αυτοί θέλουν ή φαντάζονται πως ΠΡΕΠΕΙ να έχουν.

 

Το χειρότερο βέβαια έρχεται όταν «επισπεύδονται» οι κοινωνικές διεργασίες και γίνονται τελειωμένες διαδικασίες. Εκεί πλέον οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους αντιπάλους του «καθεστώτος» χάνονται με το «έτσι θέλω - έτσι είναι».

Ιδού λοιπόν σε ποιο σημείο έχουν φτάσει τα πράγματα στον κοινωνικό χώρο, σύμφωνα με τους συντάκτες του κειμένου:

 

«Η κοινωνική οργή ξεχείλισε και η βίαιη εξέγερση που ακολούθησε διέλυσε τις όποιες αυταπάτες ότι το υπάρχον καθεστώς της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας βασίζεται στη συναίνεση της κοινωνίας».

 

Προσέξτε τη διατύπωση «το υπάρχον καθεστώς της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» που δεν βασίζεται πλέον στη συναίνεση. Και τι θα πρέπει να γίνει; Μα να αντικατασταθεί!

Ασαφές παραμένει, επίσης, σε ποιους διέλυσε τις αυταπάτες. Απλώς η αοριστία είναι το μέσο για το σκοπούμενο. Το να εμφανιστούν, δηλαδή, ακραίες συνθήκες όπως η παρακάτω:

 

«Και έχει γίνει πλέον κατανοητό απ’ όλους πως οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε αυτούς που συμπορεύονται με το καθεστώς και σε αυτούς που το πολεμούν έχουν πάρει τέτοιες διαστάσεις που αναδεικνύουν μια μη αναστρέψιμη κοινωνική και πολιτική ρήξη και προαναγγέλλουν την επερχόμενη γενικευμένη κοινωνική σύγκρουση».

 

Βέβαια, αν δεν δοθεί η εντύπωση πως ο κοινωνικός ανταγωνισμός έχει φτάσει στα άκρα του, πως θα μπορέσει να δικαιολογηθεί και να έχει κάποια βάση στήριξης, ο λεγόμενος ένοπλος αγώνας;

Θα πρέπει, όμως, να στηθεί ακόμα μία πλασματική κατάσταση:

 

«Το κράτος και τα σώματα ασφαλείας έχουν κηρύξει έναν πόλεμο προς όσους με οποιονδήποτε τρόπο στρέφονται εναντίον τους».

 

Εδώ πρόκειται για την ροή ενός αγνώστου σύνθεσης αλλά γνωστής οσμής προϊόντος που θα μπορούσε να λέγεται σκόπιμη ασάφεια ή ανεξέλεγκτη ιδεολογική τρικυμία.

Έχουμε δηλ. ένα κομμάτι της κοινωνίας που βρίσκεται σε πόλεμο με «το κράτος και τα σώματα ασφαλείας». Ποιο είναι αυτό το κομμάτι, παραμένει τελείως αδιευκρίνιστο. Όπως εξ ίσου ασαφές παραμένει το ποιες είναι οι συνθήκες στις οποίες βρίσκονται αυτοί οι «όσοι»:

 

α) Του σκλαβωμένου που έχει οργανώσει τους όρους και τους μηχανισμούς για τη απελευθέρωσή του;

β) Αυτού που βρίσκεται σε κατάσταση ημιελευθερίας και η επιθετικότητα του κράτους επιδιώκει να του την καταλύσει;

γ) Αυτού που παλεύει για τα δημοκρατικά δικαιώματα, που καταστρατηγούνται και δεν εφαρμόζονται από το καθεστώς και τους μηχανισμούς του;

Εδώ οι απαντήσεις θα μπορούσαν να καταλάβουν ένα τεράστιο χώρο.

Από την άλλη, είναι απορίας άξιον, πώς ένας μηχανισμός που καθορίζεται από το κράτος, κήρυξε έναν πόλεμο από κοινού με το κράτος. Ή λοιπόν τα σώματα ασφαλείας είναι μηχανισμός του κράτους ή κάτι ξέχωρο απ’ αυτό. Κι όντας ξέχωρα, τελικά, αποφάσισαν να στήσουν μια συμμαχία και να κηρύξουν αυτόν τον πόλεμο στους «όσους»; Εδώ η πραγματικότητα σηκώνει ψηλά τα χέρια και παραδίνεται χωρίς όρους.

 

Ας προσπαθήσουμε, όμως, να βγάλουμε κάποια άλλα συμπεράσματα από το κείμενο.

Υπάρχει πολλαπλή αναφορά στη λέξη «καθεστώς».

Έχουμε, έτσι, μια διατύπωση που παραπέμπει σε μια πολιτική κατάσταση του συστήματος κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης κι όχι σ’ αυτό καθ’ εαυτό το κράτος. Συνεπώς, υπάρχει έντονη μια αντικαθεστωτική υφή (γνωστό νεόπλασμα της αριστερίστικης παραϊδεολογίας, που μερικές φορές αρέσκεται να ακούει και στο όνομα αυτονομία) και θα πρέπει να δεχτούμε πως εφ’ όσον κάθε καθεστώς είναι μια «κατάσταση» (δηλ. κάτι το δοτό από κάποια υπέρτερη δύναμη) τότε έχουμε ξεκάθαρα μια αντιπολιτευτική στάση προς αυτήν. Αντιπολίτευση προς το κράτος δεν χωρεί. Ή το καταστρέφεις ή αντιπολιτεύεσαι προς την μορφή διαχείρισής του.

 

Σκοπός, λοιπόν, αυτής της στάσης είναι η ανατροπή του καθεστώτος (κι όχι του κράτους) και η αντικατάσταση του με κάποιο άλλο καθεστώς, που σίγουρα δεν θα καταστρέψει τον κρατικό μηχανισμό και τον κρατισμό ως ιδεολογία, αλλά θα ανατρέψει μια από τις μορφές πολιτικής και οικονομικής του διαχείρισης, επιφέροντας ενδεχομένως διαφοροποιήσεις στη δομή. Κανείς, βέβαια, δεν μπορεί να πιστοποιήσει πως αυτές οι διαφοροποιήσεις θα φέρουν καλύτερες συνθήκες για τη ζωή των ανθρώπων.

 

Όπως θα φανεί στη συνέχεια, αυτή η κατάσταση παίρνει σκόπιμα διάφορες θολές διαστάσεις, τόσο σε σχέση με τη μορφή της κυβέρνησης (ΝΔ) όσο και της διακυβέρνησης (πολιτικό σύστημα). Άλλωστε, η τοποθέτηση εντός εισαγωγικών της λέξης δημοκρατία υποδεικνύει με την μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια πως για τους συντάκτες του κειμένου η δημοκρατία δεν λειτουργεί και συνεπώς θα πρέπει να αναζητηθεί η δημοκρατία χωρίς εισαγωγικά. Δηλαδή η πραγματική (ουσιαστική) δημοκρατία. Ποια όμως είναι αυτή;

 

 

Από τα Επαναστατικά φληναφήματα στην  Ένοπλη αντιπολίτευση

 

«…λέμε πως ο ένοπλος αγώνας είναι βασική συνιστώσα ανάμεσα στις άλλες του επαναστατικού κινήματος».

 

Το σκοπούμενο ήταν, από κάποιο σημείο και μετά, αναμενόμενο. Ο εκθειασμός του ένοπλου αγώνα και το κάλεσμα να τον πλαισιώσουν όσοι τάσσονται προς τη μεριά μιας τέτοιας πρακτικής.

Εννοείται, πως μια τέτοια τοποθέτηση δεν έχει σχέση με την πολύμορφή δράση την οποία αποδέχονται και προωθούν οι αναρχικοί. Όμως το πράγμα δεν σταματά σ’ αυτή τη διαπίστωση. Η πολύμορφη κοινωνική δράση ξεπήδησε μέσα από τους αγώνες των καταπιεσμένων. Κατασταλάζει και διαμορφώνεται εδώ και χιλιετίες.

Όταν, τώρα, ένα συστατικό της πολύμορφης κοινωνικής δράσης ορίζεται ως καθοριστικό, τότε είναι βέβαιο πως η επιδίωξη είναι να χρησιμοποιηθεί ως μέσο επιβολής. Είτε πρόκειται για «ένοπλες αναμετρήσεις», είτε για «ειρηνικές διαδηλώσεις».

Επειδή, η ένοπλη δράση όσο κι αν συμπυκνωθεί δεν παύει να αποτελεί ένα ΜΕΣΟ.

 

Από πού κι ως πού μπορεί το μέσο να γίνει βασική συνιστώσα; (και μάλιστα κάποιου κινήματος). Μόνο σε μια περίπτωση. Σ’ αυτήν της επιβολής με σκοπό τη συγκρότηση ή διαφοροποίηση των υπαρχόντων εξουσιαστικών όρων. Κι εφ’ όσον από μόνος του ο ένοπλος αγώνας δεν μπορεί να ασκήσει πολιτική, τότε θα πρέπει να καλυφθεί πίσω από κάποιο πολιτικό φορέα ή να σπρώξει τις καταστάσεις στην κατασκευή του. (Με την αναφορά στο κίνημα ήδη διαφαίνεται ο πολιτικός φορέας).

Άλλωστε, η επαλήθευση αυτής της πραγματικότητας έρχεται αμέσως μετά:

 

«Η μόνη πραγματική αντιπολίτευση δεν είναι η αριστερά στο κοινοβούλιο αλλά η εξέγερση, η σύγκρουση, ο ένοπλος αγώνας. Η πραγματική λαϊκή κυριαρχία δεν εφαρμόζεται από τους επαγγελματίες βουλευτές και τα κόμματα, αλλά από τον ίδιο τον λαό, τον καθένα μας που συμμετέχει σε αμεσοδημοκρατικά όργανα διαχείρισης των κοινωνικών υποθέσεων, στις γειτονιές των μεγαλουπόλεων, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στους εργασιακούς χώρους, στη βιομηχανία, στη γεωργία, παντού».

 

Αφού η πραγματική αντιπολίτευση δεν είναι η αριστερά στο κοινοβούλιο, τότε προφανώς είναι η αριστερά η έξω από το κοινοβούλιο (ο πολιτικός φορέας ή κίνημα, που λέγαμε) και θα μπει σ’ αυτό ή μια παρόμοια δομή - θεσμό, πριν ή μετά την επανάσταση. Η εξέγερση (τώρα γίνεται σκέτη χωρίς τον προσδιορισμό κοινωνική και όπως φαίνεται υπάρχει λόγος), η σύγκρουση (κι αυτή σκέτη) και ο ένοπλος αγώνας είναι τα μέσα για την ένοπλη αντιπολίτευση. Απέναντι σε ποιον; Προφανώς ενάντια στην υπάρχουσα έκφραση της «δημοκρατίας», η οποία θα αντικατασταθεί από την δημοκρατία χωρίς εισαγωγικά.

 

Ποια είναι; Μα, αυτή που έχει το όνομα άμεση δημοκρατία! Βέβαια δεν ξεκαθαρίζεται αν αυτή η άμεση δημοκρατία θα είναι παρόμοια με αυτή κάποιων καντονιών της Ελβετίας που βρίσκονται βαθειά χωμένα στον κρατισμό ή της αρχαίας Αθήνας των δούλων και των αφεντάδων. Εξ άλλου, αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Συνεπώς οι συγκρούσεις, οι εξεγέρσεις και ο ένοπλος αγώνας είναι τα μέσα που θα εκμεταλλευτούν και θα αξιοποιήσουν οι επαναστάτες.

[Μια σημαντική υποσημείωση. Η άμεση δημοκρατία, όποτε κι αν εμφανίστηκε, αποτέλεσε μια μεταβατική κατάσταση. Είτε ανατράπηκε από τις δυνάμεις που επανέφεραν το προηγούμενο καθεστώς ή, στις περιπτώσεις που σταθεροποιήθηκε, αποτέλεσε ένα μέσο για την εγκαθίδρυση μιας τυραννίας, πολλές φορές χειρότερης από αυτή που αντικατέστησε].

 

Σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάλυση που παρατίθεται για να πείσει, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι παρ’ ότι φτωχή και δανεική λόγω της κρίσης, που «για πρώτη φορά έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις (sic!)»  καταλήγει στο συμπέρασμα πως «Είναι η εποχή που δίνεται η μοναδική (ξανά sic!) ευκαιρία στις επαναστατικές δυνάμεις να δράσουν προς την κατεύθυνση της επανάστασης».

Τώρα βέβαια εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος: Υπάρχουν επαναστατικές δυνάμεις που δρουν αντίθετα προς την κατεύθυνση της επανάστασης;

Αλλά το κυριότερο. Καμία νύξη δεν γίνεται για το «ποιόν» αυτής της επανάστασης. Αντίθετα χρησιμοποιούνται λέξεις (όπως επανάσταση, ένοπλος αγώνας, εξέγερση κλπ.), που προσπαθούν να επιδράσουν με μυστικιστικό τρόπο.

 

Μετά και «Το περιβάλλον που διαμορφώνεται είναι εκρηκτικό και για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες ανοίγει ένας δρόμος από την από τα κάτω αποσταθεροποίηση του καθεστώτος και για την ανατροπή του οικονομικού και πολιτικού συστήματος».

 

Και πάλι λόγος για «αποσταθεροποίηση του καθεστώτος», μέσα από την οποία θα αναδειχθεί η «πραγματική αντιπολίτευση». Όχι βέβαια η καταστροφή του κράτους, των θεσμών και μηχανισμών του αλλά η ανατροπή, δηλαδή ο μετασχηματισμός. Γιατί,

 

«Σημασία έχει από δω και στο εξής να μπουν αυτές οι οργανωτικές διαδικασίες που θα καταφέρουν να δώσουν τη δυνατότητα για μια στοχευμένη και ένοπλη αναμέτρηση με το καθεστώς και τους υπερασπιστές του με σκοπό την τελική νίκη των επαναστατών».

 

Θα νικήσουν λοιπόν οι επαναστάτες. Άσχετα βέβαια από το αδόκιμο κι εξουσιαστικό περιεχόμενο της έννοιας «νίκη», εδώ βλέπουμε πως η εξεγερμένη κοινωνία απουσιάζει.

Και τι θα κάνουν; Θα αξιοποιήσουν την κατάσταση ως καθαρόαιμη Λενινιστική πρωτοπορία. Άλλα προς όφελος τίνος;

 

Έχετε μήπως ζαλιστεί; Μην ανησυχείτε. Το καλύτερο σας το έχουν φυλάξει για το τέλος. Εδώ πλέον ο κλονισμός θα είναι τέτοιος που θα σας φύγει η ζαλάδα.

Έγινε παραπάνω αναφορά στην «πραγματική λαϊκή κυριαρχία». Κι ύστερα θα πρέπει να δεχτούμε σαν ειλικρινή την κριτική προς το ΚΚΕ!

 

Ας μην την δούμε σαν μια επιφανειακή διατύπωση. Η έννοια της κυριαρχίας προϋποθέτει επιβολή μιας κοινωνικής ομάδας ή μιας οργανωμένης μειοψηφίας πάνω σε άλλη ή άλλες. Εδώ πλέον έχουμε μια ακόμη σαφή παραπομπή στα λενινιστικά και σταλινικά μοντέλα εξουσίας. Ας μην λησμονούμε πως τα μοντέλα αυτά είναι σαφή: προλεταριακή επανάσταση, δικτατορία του προλεταριάτου. Αυτή η δικτατορία που θα επιβληθεί πάνω στην «αστική τάξη» αλλά και στα μεσαία στρώματα της πόλης και της αγροτιάς (αυτά τα «μικροαστικά σκουλήκια» που διαβάζουμε σε διάφορα κείμενα και αφίσες) για τον «θρίαμβο του προλεταριάτου» και την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.

Άλλωστε στο κείμενο υπάρχει και η σαφής αναφορά σε σχέση με το παραπάνω: «να θέσουν μπροστά την παραγωγική διαδικασία» σ’ εκείνα τα εργοστάσια που θα παρατήσουν οι καπιταλιστές.

 

Αφού λοιπόν η οικονομία βρίσκεται σε «κρίση», ας σπεύσουν οι «λαϊκές δυνάμεις» αλλά και οι «επαναστατικές δυνάμεις να επιβάλλουν την κυριαρχία τους, αφού στήσουν την «Ελευθεριακή κοινωνική, πολιτική και οικονομική οργάνωση».  Επί λέξει:

«Παράλληλα ν’ ανοίξει άμεσα μια συζήτηση ανάμεσα σ’ όλες τις επαναστατικές δυνάμεις για την προοπτική μιας ελευθεριακής κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης, μέσα από σειρά επαναστατικών προταγμάτων για την εργασία, την παραγωγή, την καθημερινή ζωή».

 

Το στυγερό, όμως, σημείο έρχεται εδώ:

 

«Αν η εξέγερση είναι η στιγμιαία βίαιη πολιτική και, κυρίως, κοινωνική αντίδραση σε μια μακροχρόνια καταπίεση των θυμάτων της κρατικής και καπιταλιστικής βίας τότε η επανάσταση είναι η μετατροπή της κοινωνίας - θύματος σε θύτη που επιχειρεί να καταλάβει όσα έχει στα χέρια του το καθεστώς και να το θέσει εκτός λειτουργίας».

 

Η εξέγερση, λοιπόν, γίνεται πολιτική αντίδραση (το κοινωνική λέγεται για τα μάτια). Σαν τέτοια (με την δύναμη των επαναστατών) θα «νικήσει», θα επιβληθεί και θα πάρει το αίμα της πίσω, σφάζοντας, εξορίζοντας, εξοντώνοντας και παίρνοντας στα χέρια της όσα έχει το καθεστώς και να γίνει ένα χειρότερος χαλίφης στη θέση του υπάρχοντος χαλίφη. Το θύμα γίνεται θύτης. Οι επαναστάτες επί το έργον!!!

Η «κοινωνική επανάσταση» των επαναστατών που θα πάρουν τα ηνία στα χέρια τους και ως νέοι Ροβεσπιέροι και Στάλιν θα εγκαθιδρύσουν το νέο καθεστώς.

Αποκάλυψη τώρα!!!

 

«Στην πραγματικότητα, η μόνη δυνατή απάντηση στον νεοφιλελευθερισμό δεν είναι ο κρατικός παρεμβατισμός και η σοσιαλδημοκρατία, ούτε αριστερές ή κεντροαριστερές κυβερνήσεις τύπου Τσάβες, Λούλα, Μοράλες, Κορέα, Μπασελέ αλλά η κοινωνική επανάσταση που θα ανατρέψει τον καπιταλισμό και το κράτος ως μορφή διαχωρισμένης εξουσίας από την κοινωνία».

 

Συνεπώς σε μια μορφή με την οποία εκδηλώνεται η κυριαρχία, όπως στην προκειμένη περίπτωση είναι ο νεοφιλελευθερισμός, η απάντηση - αγώνας δεν δίνεται ενάντια στην κυριαρχία, αλλά επιδιώκεται η ανατροπή των πολιτικών όρων και η αντικατάστασή τους με άλλους.

Ας δώσουμε μια ιδιαίτερη προσοχή σ’ αυτή την αναφορά για το κράτος που θα είναι «μια μορφή μη διαχωρισμένης εξουσίας από την κοινωνία». Βαθύ κράτος, χωμένο βαθειά μέσα στην κοινωνία ή η κοινωνία να αγκαλιάσει το κράτος και να αφομοιωθεί μέσα στους μηχανισμούς του μέσω άλλων δομών και θεσμών; Όποια απ’ τις δύο κι αν είναι η επιλογή, το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο.

 

Ποιες είναι αυτές οι δομές που θα χρησιμοποιηθούν γι’ αυτόν τον «απελευθερωτικό σκοπό»; Συμβούλια, σοβιέτ, επιτροπές και λαϊκές συνελεύσεις. Ένα πολύμορφο χωνευτήρι όπου θα ισοπεδωθούν τα πάντα και θα μπουν στην υπηρεσία του επαναστατικού «κοινωνικού» κράτους.

 

Είναι προφανές πως ο όρος «ελευθεριακή οργάνωση» αποτελεί ένα ψεύτικο επίχρισμα που προσπαθεί να εξαπατήσει ή όντως οι ελευθεριακές απόψεις θα πρέπει να έχουν «βαθύνει» τόσο πολύ ώστε να ταυτίζονται με το σταλινικό βόρβορο, κι εμείς δεν το έχουμε πάρει ακόμη χαμπάρι!

Και αφού έχουν προηγηθεί όλες αυτές οι τοποθετήσεις ακολουθεί η κατακλείδα - δόλωμα με μια μακροσκελή αναφορά σε περιστατικά - παραδείγματα που ξεκινούν από την Παρισινή Κομμούνα και καταλήγουν στην Αργεντινή του 2003. Ένας πλήρης αχταρμάς για ανιστόρητους.

 

Είναι φανερό πως έχουμε να κάνουμε με μια ξεκάθαρη άποψη ένοπλης δημοκρατικής αντιπολίτευσης που επιδιώκει ένα καλύτερο σύστημα διαχείρισης του κράτους και του καπιταλισμού, με την κοινωνική συναίνεση και τον κόσμο δεμένο σε δομές που φαντάζουν καινοτόμες και ελευθεριακές, ενώ στην πραγματικότητα υπηρετούν ένα νεοσταλινικό καθεστώς.

 

Αλλά, μέσα στο απύθμενο θράσος που έχει, μπαίνει και σε περιοχές που όχι μόνο δεν τις ξέρει καλά, αλλά νομίζει και πως θα κυριαρχήσει.

Το άλλο χαρακτηριστικό είναι πως η ασάφεια και η ομπρελοποίηση γίνεται για να βολέψει αυτούς που κινούνται στη θολούρα και αποσκοπούν στην παραπλάνηση.

 

Ομπρέλες; Όχι ευχαριστούμε δεν θα πάρουμε. Επειδή οι αναρχικοί θέλουν και θα συνεχίσουν να τραγουδούν και να χορεύουν κάτω από τη βροχή.

Συσπείρωση Αναρχικών

 

 

Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΕΘΡΙΑΣ, φύλλο 80, Φεβρουάριος 2009

Τελευταία Ενημέρωση στις Παρασκευή, 11 Μάρτιος 2011 01:34
 



Με την υποστήριξη του Joomla!. Valid XHTML and CSS.