Ας συνεχίσουμε να χαράζουμε δρόμους για την αναρχία, με αδέσμευτη  σκέψη και δράση!


Επικοινωνία

Περί αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών ο λόγος... PDF Εκτύπωση E-mail
Δευτέρα, 06 Ιούλιος 2009 00:38
Όλο και πιο συχνά συναντάμε σε κείμενα του λεγόμενου χώρου τη φράση ότι «οι αποφάσεις λαμβάνονται με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες». Η φράση διατυπώνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε υποδηλώνει την αντιιεραρχία, την «από τη βάση» διαδικασία, την οριζόντια δομή των συμμετεχόντων.

Η αμεσοδημοκρατία εδώ και δεκαετίες έχει «οπαδούς» από τον μαρξιστικό-αριστερίστικο και αυτόνομο χώρο, αλλά τελευταία συναντάται όλο και πιο συχνά και σε κείμενα διαφόρων πρωτοβουλιών και κινήσεων πολιτών, όπου δραστηροποιούνται και αναρχικοί.


Ιστορική αναφορά της άμεσης δημοκρατίας αποτελεί το παράδειγμα της αρχαίας Αθήνας του 5ου αιώνα (Παλαιά Χρονολογία), ενώ η σύγχρονη πολιτική εκδοχή της αναπτύχθηκε από την δεκαετία του ’60 από τον Κορνήλιο Καστοριάδη, ως θεωρητικό της αυτονομίας. Ο Καστοριάδης εδράζει όλο το φιλοσοφικό στοχασμό του στην πολιτική δομή και λειτουργία της αρχαίας Αθήνας ως προς την ισονομία και τον τρόπο λήψης αποφάσεων, υπερτονίζοντας μερικά της στοιχεία, αλλά υποβαθμίζοντας σημαντικά άλλα.

 

Εκτός του ότι κανένας κλασσικός αναρχικός δεν στηρίζει την αναρχική του θεώρηση στην δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας, επί πλέον έχει ασκηθεί σαφής κριτική από τους αναρχικούς τόσο στην άμεση δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας όσο και στη σκέψη του Καστοριάδη. Γι’ αυτό σκοπός του συγκεκριμένου κειμένου είναι η καταγραφή ορισμένων χαρακτηριστικών περιπτώσεων χρήσης της δημοκρατίας στην αρχαία Αθήνα και συγκεκριμένα ο τρόπος με τον οποίο λαμβάνονταν οι αποφάσεις, οι οποίες ούτε δημοκρατικές ήταν, ούτε άμεσες. Κατ’ αρχήν αναφερόμαστε σε ένα πολίτευμα και όχι σε ένα α-εξουσιαστικό σύστημα οργάνωσης. Σ’ ένα μοντέλο διακυβέρνησης, που απλά εμφανίζεται για πρώτη φορά σε αυτή τη μορφή και έκταση στην πολιτειακή ιστορία, που, όμως, την εξουσία την έχει ο «λαός». Ποιος «λαός» όμως;

 

Στον ελλαδικό χώρο υπήρχαν πάντοτε δούλοι, που φυσικά δεν αναγνωρίζονταν ως πολίτες. Οι δούλοι στην Αθήνα του 5ου αιώνα ήταν τρεις φορές περισσότεροι από τους «ελεύθερους» και ο αποκλεισμός τους από τις αποφάσεις ήταν απόλυτος. Αλλά και από τους «ελεύθερους» οι γυναίκες δεν λαμβάνονταν υπόψη, όπως και οι μέτοικοι δηλαδή οι μετανάστες της πόλης. Φανταστείτε σήμερα μια πόλη να ισχυρίζεται ότι λειτουργεί αμεσοδημοκρατικά και να αποκλείονται οι γυναίκες και οι μετανάστες από τη διαδικασία λήψης των αποφάσεων. Φυσικά η απάντηση, που δίνεται από τους υπερασπιστές της αθηναϊκής δημοκρατίας είναι ότι πρέπει η κριτική να λαμβάνει υπόψη της, τον χρόνο και τις συνθήκες που επικρατούσαν.

 

Αλλά, πόσο να εξωραΐσεις μια κατάσταση που ο αποκλεισμός είναι διάχυτος και επιπλέον διακωμωδείται –τη στιγμή που λαμβάνει χώρα– και μέσα από τις κωμωδίες του Αριστοφάνη; Δηλαδή, δεδομένων των συγκεκριμένων δυσάρεστων αποκλεισμών, το νέο σύστημα θεωρείται από εκείνους πρωτοποριακό. Η σύγκριση του συγκεκριμένου πολιτεύματος με προγενέστερα που επικρατούσαν στον συγκεκριμένο χώρο, όπως ολιγαρχία, τυραννία και αριστοκρατία το καθιστούν γι’ αυτούς καλύτερο. Είναι σαν τη σύγκριση χούντας και δημοκρατίας… μια σύγκριση βελτιστοποίησης στους όρους σκλαβιάς και καταπίεσης.

 

Είναι ξεκάθαρο και σαφές ότι ποτέ σαν αναρχικοί δεν μας ενδιέφερε η καλυτέρευση του συστήματος αλλά η δημιουργία μιας ελεύθερης κοινωνίας. Όταν ο άνθρωπος για χιλιάδες χρόνια ζούσε ελεύθερος μέσα σε κοινωνίες που αποφάσιζαν πραγματικά όλοι μαζί και συναινετικά είναι οξύμωρο να γοητευόμαστε από κάτι που απέχει σημαντικά από αυτές τις κοινότητες που υποτιμητικά χαρακτηρίζονται πρωτόγονες.

 

Επί πλέον, η διαδικασία λήψης μιας απόφασης δεν καθορίζει σε καμία περίπτωση την ποιότητα της, δηλαδή μπορεί μια απόφαση να είναι απόλυτα ρατσιστική ή φασιστική και να έχει παρθεί με αμεσοδημοκρατικό τρόπο. Όταν σε λαϊκές συνελεύσεις στις πλατείες των χωριών με την συμμετοχή όλων των κατοίκων λαμβάνεται απόφαση εκδίωξης αλβανών εργατών, η διαδικασία που έχει ακολουθηθεί είναι απόλυτα αμεσοδημοκρατική, αλλά η απόφαση είναι παράλληλα απόλυτα ρατσιστική. Συνεπώς η διαδικασία δεν εγγυάται το αποτέλεσμα.

 

Μια συνήθης συνέλευση στην αρχαία Αθήνα συγκέντρωνε γενικά από 2-3.000 πολίτες και συνέρχονταν 10-40 φορές το χρόνο. Για να καταπολεμήσουν τη μείωση του ενδιαφέροντος και να επιτρέψουν στους εργάτες και αγρότες να παίρνουν μέρος στις συνελεύσεις θέσπισαν τον εκκλησιαστικό μισθό. Όπου από ένας οβολός στην αρχή έφτασε την μιάμιση δραχμή την εποχή του Αριστοτέλη. Στις Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη βλέπουμε τις γυναίκες να είναι βιαστικές, γιατί όποια δεν φτάσει νωρίς δεν θα εισπράξει το τριώβολο…

 

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των αθηναϊκών συνελεύσεων ήταν η δημιουργία φαινομένων, που σήμερα θα αποκαλούσαμε ψυχολογία του όχλου. Ο Θουκυδίδης προσδιορίζει επίμονα αυτό το γεγονός, δείχνοντας ότι συχνά η έξαψη της πλειοψηφίας παρασύρει και τους υπόλοιπους. Έτσι, για την καταστρεπτική, για την Αθήνα, εκστρατεία στη Σικελία, γράφει: «Και τους έπιασε όλους η ίδια σφοδρή επιθυμία να συμμετάσχουν στη ναυτική εκστρατεία, τους μεγαλύτερους (…) και τους νέους (…) αλλά και το μεγάλο πλήθος του λαού και οι στρατιώτες πίστευαν πως και τότε αμέσως θα κερδίσουν χρήματα και ότι το κράτος θα αποκτήσει ακόμη περισσότερη δύναμη, εξ αιτίας της οποίας θα εισπράττουν ισόβια μισθοδοσία(…) Έτσι, λοιπόν, εξ αιτίας της υπερβολικής επιθυμίας των περισσοτέρων, κι αν ακόμη κάποιος διαφωνούσε, σιωπούσε, γιατί φοβόταν μήπως θεωρηθεί αντιδραστικός, αν καταψήφιζε την εκστρατεία».

 

Επίσης, ο Περικλής, που σύμφωνα με τον Θουκυδίδη καθοδηγούσε το πλήθος δηλώνει προς τους πολίτες για την «εθνική τιμή»: «είναι σωστό να συνδράμετε το σεβασμό που αντλεί η πόλη από αυτή την ηγεμονία, εξαιτίας του οποίου εσείς δέχεστε τιμές περισσότερο από όλους τους άλλους ανθρώπους, και να μην αποφεύγετε τις δοκιμασίες, αν δεν εγκαταλείπετε την επιδίωξη των τιμών».

 

Σύμφωνα με την J. D. Romilly: δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι αυτό το συναίσθημα ομολογείται με τόση σαφήνεια, γιατί, θεωρητικά, δεν πίστευαν ότι η κυριαρχία και η ελευθερία βρίσκονται μεταξύ τους σε αντίφαση: ήθελαν την ελευθερία της δικής τους πόλης και όχι την ελευθερία των λαών. Το να εξουσιάζουν, επομένως, τους άλλους ήταν απλώς η πιο ολοκληρωμένη μορφή της εθνικής ελευθερίας τους (1). 

 

Αυτή η έπαρση για την κυρίαρχη ηγεμονία της Αθήνας οδηγούσε στο να πραγματοποιεί, μέσω αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών, επιθέσεις και καταλήψεις σε όποιον δεν υποτάσσονταν και δεν συνθηκολογούσε. Κάπως έτσι έγινε η βίαιη εκδίωξη των αγροτών από το Ληλάντιο Πέδιο, ώστε τις εύφορες καλλιεργήσιμες εκτάσεις να τις καρπωθεί η Αθήνα το 506 (π.χ.), στα πρώτα χρόνια «εκδημοκρατισμού» του Κλεισθένη. Ενώ οι εξεγέρσεις των επόμενων χρόνων από τους Χαλκιδείς καταστάλθηκαν βίαια. Αλλά εάν αυτά έγιναν στα πρώιμα χρόνια της δημοκρατίας, τότε τι να πούμε για την σφαγή της Μήλου, όπου στρατεύματα της Αθήνας το 416 (π.χ.), σκοτώνουν όλους τους άνδρες του νησιού, ενώ τις γυναίκες και τα παιδιά τα πουλάνε ως δούλους. Η Αθήνα των αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών είναι μια ηγεμονική δύναμη διαθέτοντας και αναπτύσσοντας μια ισχυρή στρατιωτική μηχανή.

 

Ενδεικτικά, κάπως έτσι και με αυτά τα χαρακτηριστικά λαμβάνονταν οι αποφάσεις ενώ επιπλέον η οικογενειοκρατία των Αλκμεωνίδων αποτελούσε την αρχαία εκδοχή καραμανλικών και παπανδρεϊκών, αφού από εκείνη προέρχονταν τόσο ο Κλεισθένης όσο και ο Περικλής.

 

Πιστεύουμε πως είναι εύκολα, ιστορικά τουλάχιστον, αντιληπτό ότι η άμεση δημοκρατία και η αναρχία, είναι δυο παντελώς διαφορετικές και ξένες μεταξύ τους έννοιες. Η πρώτη θέλει να διαχειριστεί την εξουσία, με αυτο-κυβέρνηση/αυτο-εξουσία-, η δεύτερη την αρνείται και την απαξιώνει. Και παρ’ ότι αυτά είναι γνωστά και κατατεθειμένα είναι απορίας άξιο πως κάποιοι αναρωτιούνται βαθυστόχαστα σε ελευθεριακά έντυπα: Άμεση δημοκρατία ή αναρχία; Τονίζοντας ότι δεν υπάρχει κάποια ένδειξη ή τεκμήριο, ότι υπήρξαν «πολλές εξισωτικές κοινωνίες, και μάλιστα πιο εξισωτικές από την Αθήνα πριν από το 500 π.χ.» και παράλληλα να επικαλούνται την απουσία βιβλιογραφικών αναφορών και λοιπών ελλιπών στοιχείων για τα χαρακτηριστικά των εξισωτικών κοινωνιών.

 

Είναι δεδομένο ότι πολλές από τις πρώτες κοινωνίες αυτοχθόνων που έχουν μελετηθεί σε Αφρική και Αμερική παρουσιάζουν μια αντιεξουσιαστική λογική και πρακτική με συναινετικές αυτοκαθοριζόμενες διαδικασίες. Οι Κλάστρ, Μως, Γκράμπερ είναι μόνο μερικοί από εκείνους τους ανθρωπολόγους που απέδειξαν μέσω της καταγραφής αυτοχθόνων κοινωνιών, αυτά που οι αναρχικοί έλεγαν και για τα οποία αγωνίζονταν από τον 19ο αιώνα. Αλλά, έτσι και αλλιώς, η σύμφυτη ανθρώπινη ροπή προς την ελευθερία, ούτε χρειάζεται και ούτε επιζητά την οποιαδήποτε επιστημονική τεκμηρίωση.

 

Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας


__________


(1) J. D. Romilly, Προβλήματα της Αρχαίας Ελληνικής Δημοκρατίας, εκδ. Καρδαμίτσα, 1992, σ.75



(Δημοσιεύθηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φύλλο 83, Μάϊος 2009)

Τελευταία Ενημέρωση στις Σάββατο, 22 Αύγουστος 2009 01:04
 



Με την υποστήριξη του Joomla!. Valid XHTML and CSS.