ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΒΑΘΑΙΝΕΙ Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΣΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΚΟΚΑ, ΑΛΚΟΟΛ Ή ΚΑΙ ΧΑΣΙΣΙ! Print
NO TRANSLATION AVAILABLE

  

 

 

 

 

 

 

 

ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΕΛΕΓΧΕΙ ΤΗΝ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΥΣ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ,

 

 

ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΕΛΛΕΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΥΣ ΕΞΑΡΤΗΣΕΙΣ 

 

 

 

 

 

 

Οι ανθρώπινες σκιές που σέρνονται από πιάτσα σε πιάτσα, οι αποστεωμένες φιγούρες, που κοκαλώνουν σε κάποιο παγκάκι ή στα «υποβαθμισμένα» στενά του λεγόμενου ιστορικού κέντρου της Αθήνας, οι χιλιάδες «καταραμένοι», που λόγω της φτώχιας θα ζητιανέψουν για την δόση τους ή θα κλέψουν, πληθαίνουν συνεχώς.

  

Είναι γεγονός πέρα από κάθε αμφιβολία ότι το κράτος εδώ και καιρό δεν διαχειρίζεται μόνο τη διατήρηση αυτής της κατάστασης, αλλά και τους όρους μιας άνευ προηγούμενου εξάπλωσής της. Σ’ αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση συντείνουν τόσο η εξασφάλιση της σιωπής, όσο και η μετατόπιση του «ενδιαφέροντος» στις «παρενέργειες» της παρουσίας πλήθους τοξικοεξαρτημένων στο λεγόμενο ιστορικό κέντρο της πόλης.

 

Έτσι, οι πάνω από 300 νεκροί από ηρωίνη τον χρόνο δεν απασχολούν καν τα μονόστηλα των εφημερίδων, ενώ το «θέμα» φαίνεται ότι έχει χαρακτηριστεί ως «απαγορευμένο» ακόμα και για την «πιάτσα» των «ειδημόνων». Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς, γιατί απουσιάζουν εκκωφαντικά αφίσες ενάντια στην νάρκωση και την εξάρτηση από κάθε λογής ουσίες, ή που σπανίζουν τα σποτάκια στην τηλεόραση σε σχέση με το «ζήτημα» και δεν θα αντιληφθεί κανενός είδους συστηματική προσπάθεια να αναδειχθεί το μέγεθος και οι επιπτώσεις αυτού του πραγματικού πολέμου με «θύματα» εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους.

 

Αδικούμε όμως ορισμένους.

Πρόκειται για τους πάσης φύσεως διαφημιστές της χρήσης ουσιών που επαναλαμβάνουν μονότονα το ίδιο και το ίδιο τροπάρι περί «ελεύθερης επιλογής», περί χρήσης και όχι κατάχρησης, περί «κοινωνικής αναγκαιότητας» της αποποινικοποίησης και του διαχωρισμού «σκληρών» και «μαλακών» ναρκωτικών. Αδικούμε τους «εισαγγελείς» που καταδικάζουν όποιον παραβιάζει τα επίσημα κυκλώματα διακίνησης κι εμπορίας ουσιών νάρκωσης και «διέγερσης», ενώ βγαίνουν ευχαριστημένοι από ένα θέατρο ή κέντρο διασκέδασης, όπου οι χρήστες «ευγενών» ουσιών προσφέρουν στο φιλοθεάμον κοινό ένα πλούσιο «καλλιτεχνικό» πρόγραμμα.

 

Αδικούμε αυτούς που μιλούν ενάντια στην πρέζα την ίδια στιγμή που λανσάρεται η χρήση κοκαΐνης, του «χόρτου», των χαπιών αλλά και πάσης φύσεως αλκοολούχων στα πλαίσια του life style ή της προσπάθειας υπεκφυγής των σκληρών και καταπιεστικών συνθηκών «ζωής». Αυτές οι συνθήκες, όσο χειροτερεύουν μέσα από το «βάθεμα της κρίσης» τόσο ωθούν ανθρώπους στη χρήση ουσιών.

Όμως η αλήθεια είναι πως ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΒΑΘΑΙΝΕΙ Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΣΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΚΟΚΑ, ΑΛΚΟΟΛ Ή ΚΑΙ ΧΑΣΙΣΙ!

  

 

Διάφορα επιχειρήματα χρησιμοποιούνται συχνά και από «επιφανείς» εκπροσώπους κομμάτων, που παρουσιάζονται έτοιμοι να συζητήσουν «λύσεις» προς την κατεύθυνση της «ελεύθερης επιλογής» και του διαχωρισμού των ουσιών σε «σκληρές» και «μαλακές».

  

Θα το επαναλάβουμε για μιαν ακόμη φορά. Είναι αλήθεια ότι η ποινική μεταχείριση που επιφυλάσσει το κράτος και οι μηχανισμοί του στους τοξικοεξαρτημένους, που φυλακίζονται κυρίως για μικροκλοπές μεγαλώνει τον εφιάλτη τους. Είναι αλήθεια ότι η πρέζα δεν έλλειψε ποτέ στους έγκλειστους των κολαστηρίων, ούτε τα ψυχοφάρμακα που μοιράζονται με την σέσουλα στα ψυχιατρεία των φυλακών για να διατηρείται η τάξη και η ηρεμία στα κρατικά μπουντρούμια. Άλλο τόσο, όμως, είναι αλήθεια ότι το να διαπραγματεύεται κάποιος με το κράτος τα όρια της νομιμότητας της κατανάλωσης ναρκωτικών ουσιών σημαίνει συμμετοχή στην διαχείριση του προβλήματος.

 

Εκτός αν νομίζει κανείς ότι οι εξουσιαστές μετανιωμένοι για τις ευθύνες τους είναι έτοιμοι να επανορθώσουν. Εκτός και αν πιστεύει κανείς ότι έχει πάψει να αποτελεί κοινωνική πεποίθηση ότι οι μπάτσοι ελέγχουν την διακίνηση των ναρκωτικών και ότι το κράτος και οι συνθήκες καταπίεσης και εκμετάλλευσης σπρώχνουν ολοένα και περισσότερους ανθρώπους στην εξαθλίωση μέσω της εξάρτησης από διάφορες ουσίες.

 

Θα το επαναλάβουμε.

Το κράτος και οι μηχανισμοί του ήταν και παραμένουν πρόθυμοι να αποκτήσουν συνενόχους σε κάθε τους έγκλημα. Είναι έτοιμοι να δεχθούν κάθε πρόταση και ιδέα για την ρύθμιση μιας «ανυπόφορης» κατάστασης. Άλλωστε οι δημοκρατικοί θεσμοί είναι σαν το λάστιχο. Μπορεί κάποιος να ζητήσει να τεντώσουν λίγο παραπάνω. Φθάνει να μην σπάσουν. Φθάνει κανείς να τους αναγνωρίζει. Να ζητά την βελτίωση των κακώς κειμένων. Φθάνει για να κερδίσει «κάτι» παραπάνω να δίνει άλλοθι στον εξουσιαστικό συρφετό.

  

Εκτός αυτού, όμως, στην κυριολεξία παραβιάζουν ανοικτά «παράθυρα» όσοι διεκδικούν από το κράτος να προχωρήσει στις περιβόητες αντιαπαγορευτικές πολιτικές. Οι εξουσιαστές έχουν αποδείξει τις ικανότητές τους να εμφανίζουν τις ήδη ειλημμένες αποφάσεις τους ως κοινωνικά αιτήματα, τα οποία δήθεν ενστερνίζονται ύστερα από διεκδικητικές πιέσεις. Το παραμύθι είναι παλιό, γνωστό και δοκιμασμένο. Ειδικά σε περιόδους «κρίσεων», καταρράκωσης των αυταπατών περί «κεκτημένων» εργασιακών ή άλλων. Ειδικά σε κοινωνικούς χώρους όπου με εκκωφαντικό τρόπο έχει καταγραφεί η κοινωνική ανυποταξία. Και ακόμα περισσότερο όταν ένα πλήθος νέων ανθρώπων παραμένει σταθερά μακριά από κάθε κόμμα με συνειδητά στραμμένη την πλάτη στην πολιτική.

 

Το ζήτημα, λοιπόν, για τους αναρχικούς δεν είναι να προτείνουν τρόπους, ώστε να εξωραϊστεί η «προβληματική» εικόνα χιλιάδων κολασμένων, που περιφέρονται στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, ανάμεσα τους και πλήθος μεταναστών. Το ζήτημα για τους αναρχικούς δεν είναι να βρουν τρόπους να συνταχθούν ουσιαστικά με τις εξουσιαστικές λογικές αγωνιζόμενοι για «καθαρές» πλατείες και μάλιστα «ιστορικές», την ίδια στιγμή που δημαρχαίοι, ιδιοκτήτες ακινήτων, μεγαλοεργολάβοι και κάθε είδους επίδοξοι αναπλάστες υπερασπίζονται τα ιερά και τα όσια μιας άλλης «ιστορικότητας», αυτής του κέντρου της Αθήνας.

  

Και όμως η πραγματικότητα είναι τόσο γυμνή. Ένας πραγματικός στρατός από κάθε είδους αστυνομικές δυνάμεις ελέγχει ολοένα και πιο ασφυκτικά «ιστορικά» κέντρα και πλατείες. Ελέγχει τη διακίνηση ουσιών, ορίζει και μετακινεί πιάτσες τοξικοεξαρτημένων, αλλά και πιάτσες σωματεμπορίας. Ως εκ τούτου παραμένει το μεγάλο αφεντικό, που μπορεί να κάνει τα «στραβά μάτια» όταν θέλει, όπου θέλει και με όποιους όρους θέτει κάθε φορά. Ως εκ τούτου οι επιχειρήσεις «σκούπα» αναδεικνύουν τις εξουσιαστικές «αρετές» και μόνο αυτές.

 

Για εμάς οι τοξικοεξαρτημένοι δεν είναι μιάσματα, δεν είναι ανθρώπινα «απόβλητα», ούτε άρρωστοι, ούτε εγκληματίες. Γιατί πιστεύουμε ότι ακόμα και μέσα από τα ανθρώπινα πολλές φορές συντρίμμια μπορεί να ορθωθεί η αξιοπρέπεια. Γιατί δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε τους τοξικοεξαρτημένους ούτε να τους χαρακτηρίσουμε ως «τελειωμένους».

 

 

Κάθε είδους ανοχή στην νάρκωση και την εξάρτηση από ουσίες δεν μπορεί παρά να είναι ασυμβίβαστη με τον αγώνα για την ελευθερία και την αναρχία.

 

 

 

Ο αγώνας ενάντια σε κράτος και εξουσία είναι και αγώνας ενάντια σε κάθε είδους νάρκωση, εξάρτηση και καταστολή.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 Συσπείρωση Αναρχικών